Οι αποικίες Βαρισσό της Καππαδοκίας – Του Σταύρου Π. Καπλάνογλου



Κατά την διάρκεια της Οθωμανικής κατοχής στη Καππαδοκία και όχι μόνον, για λόγους, οικονομικούς ,θρησκευτικούς ,πολίτικους,πολλοί κάτοικοι μιας περιοχής αναγκαζόταν να απομακρυνθούν από τον τόπο κατοικίας και να εγκατασταθούν σε άλλο τόπο ,προκείμενου να επιβιώσουν ,η να μην αλλαξοπιστήσουν κάτω από πίεση , η ακόμη να αποφύγουν την κακή συμπεριφορά κάποιας κυβερνητικής αρχής.
Άφηναν δηλαδή την πατρίδα τους ομαδικά και δημιουργούσαν ένα νέο οικισμό οπού εγκαθίσταντο μόνιμα .
Έτσι και στην Βαρισσό (Φάρασσα ) κάποια στιγμή μέρος των κάτοικων Ελληνορθόδοξης προέλευσης την εγκαταλείπει και δημιουργεί το Αφσάρι , την Κίσκα στην θέση της αρχαίας Κισκισσού , το Τσουχάρι και την Σάτη (Σάττις) Βορειανατολικά των Φαράσσων προς την πλευρά της Καισάρειας και το Φκόσι η Γαρσαντή , προς την πλευρά των Αδάνων .
Δημιουργούν δηλαδή μικρές αποικίες που έχουν σαν Μητροπολιτικό κέντρο την Βαρησσό. Αργότερα κάποιες από αυτές θα δημιουργήσουν και τις δικές τους αποικίες .
Πριν δώσουμε πληροφορίες για τις 4 απο τις 5 <<αποικίες >> που προαναφέραμε Αφσάρι-Κίσκα- Σάτις και Φκόσι ( για το Τσοχούρ οι πληροφορίες οντάς περισσότερες θα δοθούν στην επόμενη δημοσίευση ) ,νομίζω ότι πρέπει να ξεκαθαρίσουμε την έννοια της αποικίας εκείνης της εποχής με την έννοια που ισχύει στο μυαλό όλων μας στην σημερινή εποχή
-Τι είναι αποικία και ποια ήταν η σημασία της αποικίας στη Μικρά Ασία κατά την οθωμανική περίοδο ;
1. Αποικία με τη συνήθη έννοια είναι ο τόπος όπου ένας αριθμός ανθρώπων από άλλη χώρα μετακινήθηκε μαζικά και εγκαταστάθηκε μόνιμα,
Οι Ελληνικές αποικίες στην αρχαιότητα στα παράλια της Μικράς Ασίας και αλλού έγιναν κέντρα πολιτισμού. Για παράδειγμα, η Καρχηδόνα ήταν αποικία της Τύρου.
2. Ήταν επίσης η χώρα η οποία αποτελούσε ιδιοκτησία μιας άλλης και η οποία εξαρτάται οικονομικά και πολιτικά από αυτήν,π.χ. η Ινδία ήταν μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα αποικία της Μ. Βρετανίας.
3. Αποικία είναι μια χώρα που κυριαρχείται οικονομικά και πολιτικά από μια άλλη ισχυρότερη. . Η αντιπολίτευση στην Ελλάδα για παραδειγμα κατήγγειλε κάποτε την κυβέρνηση ότι μετέτρεψε τη χώρα σε αποικία των ΗΠΑ.
4.Υπάρχουν αποικίες διαφορετικών ζωντανών οργανισμών εκτός από το ανθρώπινο είδος.
Είναι το σύνολο των (κατώτερων) οργανισμών (κυρίως υδρόβιων) του ίδιου είδους, οι οποίοι συνδέονται οργανικά μεταξύ τους και ζουν σε ομάδες.
5. Στη Μ. Ασία υπό τους Οθωμανούς (ενδεχομένως και πριν από αυτούς) υπήρχαν αποικίες μεγάλων οικισμών.
Αυτές ήταν αναγκαστικές δημιουργίες του πληθυσμού τους, όταν υπήρχε η αδυναμία να να επιβιώσουν στον τόπο τους , είτε για οικονομικούς λόγους, είτε από θρησκευτική καταπίεση, είτε από την καταπίεση των ηγεμόνων, εγκατέλειπαν τον τόπο τους κατά ομάδες και εγκαθίσταντο κατά ομάδες και εγκαθίσταντο στα σεπριά. αυτό παρείχε ασφάλεια αλλά και τα μέσα επιβίωσης
Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΒΑΡΑΣΣΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠΟΙΚΙΩΝ ΤΗΣ
Όντας οι κάτοικοι των αποικιών που δημιουργήθηκαν, κομμάτια του Ορθόδοξου Χριστιανικού πληθυσμού της Βαρασσού που κατοικείτο αποκλειστικά από Έλληνες θα περίμενε κανείς να υπάρχει ξεχωριστή επαφή και συνεργασία δεν είχαν,, πολλές σχέσεις μεταξύ τους.
Οι κάτοικοι των αποικιών πήγαιναν στα Φάρασα στις μεγάλες γιορτές, ενώ κάποιοι Φαρασσιώτες, τα τελευταία χρόνια, πήγαιναν και θέριζαν στις αποικίες έξω από την Κίσκα.
Το εμπόριο μεταξύ της μητρόπολης και των αποικιών περιοριζόταν περίπου σε αυτό..
Οι Φαρασσιώτες δεν ταξίδευαν τόσο προς τα ανατολικά όσο προς τα βόρεια και τα νότια- οι γεωγραφικοί και οι εμπορικοί δρόμοι, που σχεδόν πάντα συνέπιπταν, τους οδηγούσαν εκεί, γι’ αυτό βόρεια καί νότια εκτεινόταν περισσότερο ή περιφέρεια Φαράσων
Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΟΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΑΠΟΙΚΙΕΣ
‘Η περιφέρεια των ’Αποικιών ήταν όλο βουνά, αποκλειστικά του Άντίταυρου.
Τοπικά ονόματα των βουνών ήταν στα ανατολικά, το Μπακίρ ντά, δυτικά το Πελτζούχι, το Χατζιλί και το Καρά ντάγ, νοτιοδυτικά καί νότια, το Γουρτσουνιέχι, το Τσαμπάζ καί το Πέλι. Τά βουνά αυτά ανήκουν στο Νότιο Άντίταυρο πού, Ν.Δ., εκτείνεται ως το
Αλάντάγ του Κιλικίου Ταύρου, από τον οποίο τα χώριζε ιό ποταμός Ζαμάντης.
Τήν περιφέρεια των αποικιών τη διαιρούμε σε δυο τμήματα, το τμήμα του
Αφσαριού καί το τμήμα τής Κίσκας, και περιλαμβάνομε στα δυο αυτά τμήματα
όχι μόνο τις αποικίες, αλλά και πέντε Τουρκόφωνα Χριστιανικά χωριά πού
γεωγραφικά βρίσκονται στην περιφέρεια των αποικιών.
Απλώνεται δε μεταξύ Ζαμάντη καί Σάρου,πάνω στον Άντίταυρο, βόρειο και δυτικό της σύνορο είναι ό ποταμός Ζαμάντης,
1. ΑΦΣΑΡΙ ή ΑΣΦΑΡΙ ή AFSAR
Το Αφσάρι (ή Ασφάρι και τουρκ. Avsar-koy) ήταν είναι χωριό της Καππαδοκίας απόμερο μέσα σε ρεματιά, κλεισμένο μέσα στα βουνά, και τότε κανένας χάρτης δεν το σημείωνε.
Έγραφαν οι περιηγητές :
<< …. πέραν τοῦ ποταμοῦ τούτου (σ.σ.: του Ζαμάντη), ἔνδον δυσβάτων καί πετρωδῶν βουνῶν, εἶναι χωρίον χριστιανικόν >>
— Που βρισκόταν
* Βρισκόταν 75 χλμ. νότια-νοτιοανατολικά της Καισάρειας και 22 χλμ. βορειοανατολικά του Βαρασsού μέσα σε ρεματιά των δυτικών πλαγιών του Τσαμμπάζντάγ, πρόβουνου του Κοζάνντάγ στον Αντίταυρο.
Κοντά στο Αφσάρι βρισκόταν τα χωριά *Παχτσετζούχι και Κουρούμζα
Η γύρω περιοχή λεγόταν κοινώς Χοζάν
-Το όνομα
*Η ονομασία στο χωρίο προέκυψε από έναν Τοῦρκο τσέλιγκα που ήταν και ο τσιφλικάς της περιοχής πού ονομαζόταν Ἀφσάρ.
–Κατοίκηση
Για πριν από την ανταλλαγή ,έλεγαν ότι το κατοικούσαν 30 – 35 οικογένειες και άλλοι 50. Εκτιμάται ότι ο πληθυσμός του έφθανε στους 350 Έλληνες κάτοικους .
Οι κάτοικοί του το 1924 ήταν μόνο Έλληνες (44 οικογένειες – 186 άτομα).
–Κατοίκηση κοντινών χωρίων με Έλληνες
*Παχτσετζούχι :
Καμιά τριανταριά σπίτια ήταν Ελληνικά στο Παχτσετζούχι μα, καθώς φαίνεται, οι κάτοικοί του είχαν σκορπίσει, τα τελευταία χρόνια στα άλλα Χριστιανικά χωριά τής περιφέρειας.
* Κουρούμζα :
“Όσο για την Κουρούμζα, πού είχε 70 χριστιανικά σπίτια , καταστράφηκε πριν από την ανταλλαγή από άτακτους Τούρκους,
τούς Τσέτηδες. 20 – 25 οικογένειες μόνο κατόρθωσαν νά σωθούν και να έρθουν
στην Ελλάδα μαι την ανταλλαγή.
— Ιστορία
Τό χωριό ήταν αρκετά παλιό.
Κατά την τοπική παράδοση ,στα πολύ παλιά χρόνια ήρθε στο χωρίο και το έκανε τσιφλίκι ένας Τούρκος πού ονομαζόταν Ἀφσάρ.
Οι κάτοικοι έλεγαν ότι : << … οι πρόγονοί τους ήρθαν από μακριά, πάνω οπό το όρος Ἀλάντάγ πού πάντα, ακόμη και την άνοιξη είχε χιόνι, είδαν το βουνό τού χωριού πού σαν προσήλιο δεν είχε χιόνι και ήταν φυσικά και πολύ χαμηλότερο και ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή αυτή του Ἀφσάρ και έδιωξαν τον Τούρκο Ἀφσάρ.
Από το άνομα τού Τούρκου αυτού ονομάστηκε και το χωριό Αφσάρι.
Το χωριό αποικίστηκε σε άγνωστη εποχή από τον Βαρασό (κατ’ ορισμένους οι πρώτοι κάτοικοί του ήταν από τον παλαιό οικισμό «Κουδζούξιο» ή Κουτζούκ σουγιού που γειτονεύει με την «Πάρτσα» και κατόπιν ακολούθησαν και άλλες οικογένειες από τον Βαρασό με στόχο να εκμεταλλευτούν τα πλούσια κοιτάσματα σιδήρου που είχαν τα βουνά ανατολικά του και κυρίως στην τοποθεσία «Γήργαγια»
Από το Αφσάρι κάποια στιγμή αποχωρισθεί μια μερίδα κάτοικων που είχαν έλθει από την Βαρασσό και ιδρύσαν αργότερα και τα χωριά Σατί, Κίσκα και Τζουχούρι.
Ο λόγος ήταν η αύξηση του πληθυσμού τού χωριού καί επειδή δεν τούς χωρούσε το χωριό, έφυγαν .
— Θρησκεία
Εκκλησιαστικά ανήκε στην Μητρόπολη της Καισάρειας.
— Απασχόληση
Οἱ κάτοικοι εργαζόταν στα μεταλλεία ,
— Εγκατάσταση στην Ελλάδα
. Δεν υπάρχουν καθόλου κάτοικοί τους στην Αθήνα υπήρχαν και
πρόσφυγες του Άφσαριοϋ στο Πλατύ Ημαθίας
2. ΚΙΣΚΑ ή ΑΡΧΑΙΑ ΚΙΣΚΙΣΣΟΣ
(Kiske, Kiliske, Kisge, Kiska, Kiskissos, Kiskisse )
Κίσκα είναι χτισμένη στο όρος Αντίταυρος σε υψόμετρο 1450 περίπου μέτρων στην κοιλάδα του Ταχταλί Μεζέρ
— Που βρισκόταν
Η Κίσκα (τουρκ. Kiske, η αρχαία Κισκισσός), βρίσκεται 67 χλμ. νοτιοανατολικά της Καισάρειας και 36,5 χλμ. βορειοανατολικά του Βαρασού στην κοιλάδα του …
— Το όνομα
Κίσκα η αρχαία Κισκισσός
Όπως τόσα άλλα χωριά και τοπωνυμίες τής Καππαδοκίας, ή λέξη Κίσκα μας φανερώνει την αρχαία προέλευση μια και είναι η συνέχεια της αρχαιοελληνικής πόλης Κισκισσού .
Ό δήμος τής Κίσκας, πού ανήκε στήν υποδιοίκηση τής Φέκας και στη νομαρχία τών Αδάνων αντονομάζονταν κάποτε Ρούμ ναχιεσί, δηλαδή δήμος των Ρωμιών.
Σέ παλιότερες γεωγραφίες όπως είναι του Cuinet (1890-95) δεν αναφέρεται ο δήμος τής Κίσκας, παρά ό δήμος «Ρούμ», σά μοναδικός δήμος τοϋ καζά τής Φέκας πού σημαίνει πώς, στά τέλη τοϋ 19. αί., σωζόταν ακόμα ή Ελληνική του ονομασία.
— Κάτοικοι το 1922
‘Η Κίσκα ήταν μεγαλύτερο χωριό άπο τ’ άλλα Χριστιανοχώρια του
τμήματος της, ολα όμως μαζί, δηλαδή οί τρεις αποικίες τοϋ Άφσαριοϋ, Κίσκα,
Σατί καί Τσουχούρι, μαζί και τα τρία τουρκόφωνα Μπεσκαρντάσι, Ταστσί
καί Χοστσά δεν είχαν παραπάνω άπο χίλιους κατοίκους.
Η Κίσκα είχε 700 ‘Ελληνες κάτοικους .
Είναι ένα από τα αρχαία χωριά των Φαράσσων, κατοικούσαν περίπου 300 οικογένειες Τούρκων και Ελλήνων, τα τελευταία χρόνια πριν την ανταλλαγή ήταν 85 οικογένειες Ελληνικές οι οποίοι μιλούσαν την καραμαλίδικη γλώσσα.
Οι κάτοικοί του το 1924 ήταν Έλληνες ελληνόφωνοι (71 οικογένειες – 314 άτομα) και Τούρκοι (100 άτομα περίπου)
Διοικητικά ήταν μουδουρλίκι και υπαγόταν στο καϊμακαμλίκι του Φέκε, στο μουτεσαριφλίκι του Κοζάν και στο βαλελίκι των Αδάνων ενώ εκκλησιαστικά ανήκε στην μητρόπολη της Καισάρειας.
— Ιστορία
Για την Κίσκα υπάρχουν προφορικές πληροφορίες πώς αποικίστηκε πρώτη, επομένως πριν από τά 1867. Οι ελάχιστες αυτές πληροφορίες μάς βοηθούν νά συμπεράνουμε πώς ό εποικισμούς θα άρχισε κατά τύ 1840 – 1850
— Θρησκεία
. Ήταν η Κ ι σ κ ι σ ό ς, επισκοπή τής Μητροπόλεως Καισαρείας πού
φέρεται στις Τάξεις των Πατριαρχείων από τον 7ο αιώνα .
. Ή αρχαία αυτή επισκοπή βρίσκονταν σέ κεντρική θέση· ένας δρόμος τήν ένωνε μέ τά Φάρασα, άλλος μέ το Σίσι.
Γύρω στην Κίσκα, πού χρησίμευε καί για μικρό κέντρο, μαζεύονταν οί άλλες δυο αποικίες τοϋ Άφσαριου, Σατί καί Τσουχούρι καί τρία τουρκόφωνα χριστιανικά χωριά: το Μπεσκαρντάσι,το Τ α σ τ σ ί καί ό Χοστσάς· των χωριών αυτών μουδουρλίκι, δηλαδή δήμος, ήταν ή Κίσκα.
Για το Μπεσκαρντάσι καί το Χοστσά γράφει ό Λεβίδης πώς είχαν αποικιστή από το Καλέ, χωριό πού απείχε δυο ώρες άπω την Κίσκα.
. Ό Λεβίδης στά 1899 γράφει πώς μέτρησε 40 εκκλησίες σ’ έναν λόφο κοντά στην Κίσκα.
Γράφει ακόμα :
«Οί χριστιανοί τής κώμης ταύτης μετώκησαν εις άλλας κώμας»,, χωρίς όμως να μας δίνει καμιά άλλη πληροφορία γιά τούς ‘Έλληνες
Ο Αναστάσιος Λεβίδης γράφει:
«…. Ἡ ἀρχαία Κισκισσός, τα νῦν καλεῖται Κίσκε καί κεῖται Ν.Α. τῆς Καισαρείας ἀπέχουσα αὐτῆς λεύγας δέκα καί ὀκτώ, ἦν δέ πόλις λίαν ἀρχαία, … Τόν αὐτόθι Καθολικόν Βυζαντινοῦ ρυθμοῦ περικαλλέστατον ναόν, τόν ἴσως ἐξ εἰδωλείου μεταβληθέντα καί φέροντα μάρμαρα καί λίθους κοινούς μετ’ ἐπιγραφῶν ἐν μέρει ὁ πανδαμάτωρ χρόνος, ἐν μέρει δέ οἱ καταδρομεῖς κατέστρεψαν.
Οἱ δέ νῦν χριστιανοί κάτοικοι τούς θεμελίους λίθους ἐξορύξαντες ἔκτισαν σχολεῖον ἄνευ διδασκάλου
Περί δέ τήν πόλιν ταύτην ἦν πλῆθος Μοναστηρίων, τεσσαράκοντα ναούς ἐπί τοῦ ἐπικειμένου λόφου ἠρίθμησα ὅλους Βυζαντινῆς ἐποχῆς μετά πελωρίων ἐξειργασμένων λίθων, οἰκήματα δέ τρωγλοδυτικά ἀρχαία καλούμενα ἀσκητάρια πολλά, καί ἐπί τοῦ πρός νότον λόφου Μοναστήριον ἕτερον, οὗ ὁ ναός ἦν σταυροειδῶς ἐκτισμένος, σώζονται δέ οἱ τοῖχοι αὐτοῦ μετά τριῶν πυλώνων καί τοῦ ἱεροῦ βήματος ρυθμοῦ Βυζαντινοῦ.
Οἱ παλαιοί κάτοικοι τῆς πόλεως ταύτης δέν ἠδυνήθησαν νά ὑποφέρωσιν τάς ἀλλεπαλλήλους ἐφόδους τῶν πέριξ σκηνιτῶν καί διεσκορπίσθησαν, οἱ δέ νῦν ἦλθον ἐκ τῆς κώμης Αὐσάρ-κιόϊ διό καί ὁμιλοῦσι τήν ἑλληνικήν εἰ καί παρεφθαρμένως.» («Αἱ ἐν Μονολῖθοις Μοναί τῆς Καππαδοκίας καί Λυκαονίας», σελ. 102).
* Μετάφραση
Η αρχαία Κισκισσός, στο εξής θα ονομάζεται Κίσκε και κείται Ν.Α. της Καισαρείας και απέχει από αυτήν δέκα οκτώ λεύγας, είναι δε πόλις πολύ αρχαία,…Τον πανέμορφο Καθολικό ναό Βυζαντινού ρυθμού σ΄ αυτό το μέρος, τον οποίο ίσως τον μετέτρεψαν από είδωλο(ομοίωμα θεότητας) χτισμένο με μάρμαρα και κοινές πέτρες με επιγραφές ,κατέστρεψαν, μερικά ο χρόνος που τα καταστρέφει όλα και μερικά οι καταδρομείς.
Οι σημερινοί χριστιανοί κάτοικοι αφού έσκαψαν τις πέτρες από τα θεμέλια έκτισαν σχολείο χωρίς δάσκαλο.
Γύρω από την πόλη αυτή υπήρχε πλήθος Μοναστηρίων ,σαράντα ναούς μέτρησα να υπαολαρχουν επάνω στον λόφο,όλοι από την Βυζαντινή εποχή με πολύ μεγάλες επεξεργασμένες πέτρες,σπίτια δε στενάχωρα και ανήλια αρχαία, καλούμενα ασκητάρια πολλά προς το λόφο που βρίσκεται νότια υπήρχε άλλο Μοναστήρι του οποίου ο ναός ήταν κτισμένος σε σχήμα σταυρού,σώζονται,οι δε τοίχοι του μαζί με τρείς πυλώνες και του ιερού Βήματος Βυζαντινού ρυθμού.
Οι παλαιοί κάτοικοι της πόλης αυτής δεν μπόρεσαν να υποφέρουν τις συνεχείς εφόδους των σκηνιτών που υπήρχαν γύρω και σκορπίστηκαν εδώ και εκεί, οι τωρινοί δε κάτοικοι ήρθαν από το χωριό Ανσάρ-Κιόι γι’΄αυτό και μιλούν την Ελληνική αν και παραφθαρμένα. >>
Παρά τα όσα γράφει στο παραπάνω απόσπασμα για την θρησκευτικότητα των κάτοικων της Κίσκας Τα τελευταία χρόνια δεν είχαν εκκλησιά και εκκλησιαζόταν στο Χωρίο Σάττη .
Παιδεία
Για το θέμα της παιδείας στην Κισκα όπως είδαμε στο παραπάνω απόσπασμα ο Λεβίδης το 1899 γράφει : ( … Οἱ δέ νῦν χριστιανοί κάτοικοι τούς θεμελίους λίθους ἐξορύξαντες ἔκτισαν σχολεῖον ἄνευ διδασκάλου … )
Απασχόληση
Οι κάτοικοί της ασχολούνταν κυρίως με την γεωργία, την κτηνοτροφία και την υλοτομία γιατί η περιοχή είχε πολλά πευκοδάση.
Παλαιότερα οι κάτοικοι ήταν μεταλλωρύχοι και απασχολούνταν μέχρι τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα στου «παχουροῦ τό μαντένι» (ή «Παχίρ ὀλντού», ορυχείο χαλκού) που βρίσκονταν νότια του χωριού.
Αργότερα ασχολήθηκαν με την γεωργία και την κτηνοτροφία
Κυρίως καλλιεργούσαν σιτηρά είναι χαρακτηριστικό ότι ειχαν 4 νερόμυλους
Επιπλέον, οι άνθρωποι του χωριού εργάζονται σε οικοδομές
3. ΣΑΤΗΣ ή SATTI
Το Σατί (ή ὁ Σατής και τουρκ. Sati) είναι χωριό στην Καππαδοκία που υπήρξε αποικία κάτοικων της Βαρσσού .
Η Σάτη ήταν οικισμός στην περιοχή Develi της επαρχίας της Καισαρείας .
Προηγουμένως ήταν οικισμός του χωριού Kίσκα και απέκτησε το καθεστώς χωριού στις 24 Μαρτίου 1948 Έγινε και πάλι γειτονιά μετά την αλλαγή του νόμου το 2012.
— Που βρισκόταν .
Βρισκόταν 64 χλμ. νοτιοανατολικά της Καισάρειας και 38,5 χλμ. βορειοανατολικά του Βαρασού στην κοιλάδα του Ταχταλί Μεζάρ-ντερέ, παραπόταμου του Ζαμάντη.
–Κατοίκηση
Οι κάτοικοί του το 1924 ήταν Έλληνες ελληνόφωνοι (47 οικογένειες – 180 άτομα)
Ο συνεργάτης του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών Δ. Λουκόπουλος σημειώνει:
Το Σατί είναι σχετικώς καινούργιο χωριό που έγινε από αποίκους Αφσαρώτες γι’ αυτό και κανείς Τούρκος δεν κατοικούσε εκεί
. Διοικητικά ήταν μουχταρλίκι και υπαγόταν στο μουδουρλίκι της Κίσκας, στο καϊμακαμλίκι του Φέκε, στο μουτεσαριφλίκι του Κοζάν και στο βαλελίκι των Αδανών
–Ιστορία .
Αν. Λεβίδης γράφει:
« …. Ἡμίσιαν ὥραν μακράν αὐτῆς (σ.σ. τῆς Κίσκε) κεῖται ἡ ὁμοίως ἑλληνόφωνος ἀποικία τῆς Αὐσάρ-κιόι, Σάτη, παρ’ αὐτῇ κεῖται ἐπί λόφου ναός Βυζαντινής ἐποχῆς, ὅστις διετηρήθη ἄχρι τοῦδε ἀβλαβής καί καλεῖται μέν Μοναστήριον, ἀλλ’ ἔστιν ἀοίκητον, οἱ λίθοι τοῦ κτιρίου ὑπερμεγέθεις καί ἐξειργασμένοι, ἐστι δέ ὁ λόφος ἔνθα ἡ Μονή ἐπί τῆς κλιτύως τοῦ Καρά-δάγ.
Ἐν Σάτη εὑρέθησαν σπήλαια, ἐν οἷς πολλά ὀστά ἀνθρώπων, ἴσως τά σπήλαια ταῦτα ἐχρησίμευον ὡς κατακόμβαι ἤ κοιμητήρια καθότι εὐρίσκονται καί πολλά δακρυδόχα ἀγγεία ὑέλινα, ἐν ἑνί δέ εὑρέθησαν τά πτώματα ὀρθίως ἱστάμενα καί κεχωσμένα.
Ἐν τοῖς πέριξ σώζονται ἐρείπια ναῶν Βυζαντινών καλούμενα Μοναστήρια, μάλιστα δέ ἐν Κουρούμζε ἐν τοῖς ἀγροῖς, ταῖς φάραγξι, ταῖς ἀμπέλοις, τό δέ ἐπί τοῦ βουνοῦ Καρά-Σιβρί ὅλως κατεστραμμένον.
Ἐν δέ τοῖς ἐρειπῖοις Τέρεδζε πλεῖστα σπήλαια ἐσκαμμένα ἐπί βράχων καί καλούμενα ἀσκητάρια μετά θυρῶν καί παραθύρων εἰς ἅ ὁδηγεῖ κλίμαξ ὀλισθηρά ἐσκαμμένη ἐπί βράχου, ἐν δέ Σιχλῆ ἐπί λόφου τό ἠρειπωμένον Μοναστήριον τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ.,,,,,, » («Αἱ ἐν Μονολῖθοις Μοναί τῆς Καππαδοκίας καί Λυκαονίας», ΕΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΙ, 1899 σελ. 103).
Μετάφραση
<< … Μισή ώρα μακριά από αυτή(την Κίσκε) υπάρχει η επίσης ελληνόφωνη αποικία της Αυσάρ-κιόι,Σάτη, στον λόφο δε αυτής υπάρχει Ναός από την Βυζαντινη εποχή, ο οποίος διατηρήθηκε μέχρι σήμερα αβλαβής και ονομάζεται μεν Μοναστήριον αλλά είναι ….οι πέτρες του κτιρίου είναι πολύ μεγάλοι και επεξεργσμένοι, υπάρχει δε ένα βουνό ……..του Καραγάδ.
Στην σ’ αυτή βρέθηκαν σπήλαια, στα οποία υπήρχαν πολλά οστά ανθρώπων, ίσως τα σπήλαια αυτά χρησίμευαν ως κατακόμβες, η κοιμητήρια επειδή βρίσκονται και πολλά δακρυδόχα αγγεία γυάλινα, σε ένα δε βρέθηκαν τα πτώματα να στέκονται όρθια και χωμένα στην γή
Γύρω σώζονται ερείπια ναών Βυζαντινών που ονομάζονται Μοναστήρια,μάλιστα δε στο Κουρουμζέ στους αγρούς, τα φαράγγια, τα αμπέλια και σ΄ αυτό στο βουνό Καρά-Σιβρί είναι ολοκληρωτικά κατεστραμμένο.
Στα δε ερείπια του Τερεδζέ πολλές σπηλιάς είναι σκαμμένες σε βράχους και ονομάζονται << Ασκηταρία >> με πόρτες και παράθυρα στα οποία οδηγεί μια σκάλα ολισθηρή σκαμμένη στο βρόχο Στο δε Σίχλη επάνω στον λόφο βρίσκεται ερειπωνόμενο το Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία …. >>
— Θρησκεία
Εκκλησιαστικά ανήκε στην μητρόπολη της Καισάρειας.
*Ναός από την Βυζαντινή εποχή
Επιβεβαιώνεται από τον Λεβίδη.
*Μοναστήρι και ασκητήρια
Επιβεβαιώνεται από τον ίδιο μιλώντας για ερειπωμένο μοναστήρι και Ασκηταρια
Σε άλλο χώρο στο Σίχλη όπως τνο αποκαλεί υπήρχε το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία
**Εκκλησία
Υπήρχε η εκκλησιά των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού.
Ο Αν. Λεβίδης το 1904: γράφει :
<< .. Η Σάτη προ 37 ετών συνοικισθείσα εκ των αποίκων της Αυσάρ κιοϊ, σύγκειται εξ οικιών 23. Οι κάτοικοι την γλώσσαν Ελληνόφωνοι * το δόγμα ορθόδοξοι έχοντες μίαν εκκλησίαν τιμωμένην επ’ ονόματι των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού. Ιερέα* ένα .. >>
* Ο Λεβίδης γράφει το 1904 ότι πριν από 37 χρόνια ήρθαν 23 οικογένειες από το Αφσάρι και αποίκισαν την Σάτη , έτσι μας δίνει την χρονιά που ήρθαν και ήταν το 1867 μ.Χ.
* Εννοεί την Φαρασσίωτικη διάλεκτο που έχει ρίζες Ελληνικές
,
* Ο Ιερέας που αναφέρει ο Λεβίδης ήταν ο Παπά Μάρκος Παπαδόπουλος που με την ανταλλαγή εγκαταστάθηκε στα Πετρανά Κοζάνης όπου και “εκοιμήθη” το 1927.
— Απασχόληση
Οι κάτοικοί του ασχολούνταν με την γεωργία και την υλοτομία. Το Σατί διατηρεί και μετά την ανταλλαγή το ίδιο όνομα (Sati) και κατοικείται από Τούρκους.
ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ
Ο Κάλφογλους αναφέρει 90 οικογένειες (1898)
Ο Λεβίδης 23 οικογένειες (1904) και το Κ Μ Σ μέτρησε 47 οικ. μετά την Ανταλλαγή. Σύμφωνα με μαρτυρίες προσφύγων ο οικισμός ιδρύθηκε από 15-20 οικογένειες που ήλθαν από το Αφσάρι τη δεκαετία 1850-60 και 5-6 οικογένειες από την Κίσκα.
4. ΦΚΟΣΙ ή ΑΡΧΑΙΑ ΓΑΡΣΑΝΔΟΣ
( Γαρσαντής , ΄Καρσαντί η στα Τουρκικα Mansurlu, Μανσουρλού , Karsantı)
Η αρχαία Γαρσανδός ή Φκόσι ήταν ένα από τα απομακρυσμένα χωριά της Βαρισσού.
— Που βρίσκεται
Είναι χωριό το οποίο βρίσκεται 129 χλμ. νότια-νοτιοδυτικά της Καισάρειας και 42 χλμ. νότια-νοτιοδυτικά του Βαρασού στις βόρειες πλαγιές του Καλεντάγ, παρακλάδι του Αλαντάγ.
Όπως τότε λέγαν <<(… ήθελες περίπου μια μέρα με τα ποδιά για να φτάσεις από τα Φάρασσα στο Γαρσαντί. >>
Βρισκόταν νοτιοδυτικά του ορούς Αλαντάγ.
–Το όνομα
Το Φκώσι, γνωστό και ως ο Γαρσαντής ή με το αρχαίο του όνομα Γαρσανδός,
Το όνομα Γαρσαντί προερχόταν άπω την αρχαία ονομασία της πόλης
Το δε όνομα Φκόσι από την τοποθεσία που βρισκόταν ,που προέρχεται από το Φαρασσιώτικο Φκώνο που θα πει στρώνω ένα έτσι άστε το μέρος στο πάνω στο βουνό να φαίνεται στρωμένο
Η Τουρκική ονομασία ήταν Mansurlu, Μανσουρλού
— Κάτοικοι το 1922
Το 1924 στη Γαρσαντη Οι κάτοικοί του το 1924 ήταν Έλληνες ελληνόφωνοι (53 οικογένειες – 208 άτομα). Διοικητικά ήταν μουδουρλίκι και υπαγόταν στο καϊμακαμλίκι του Φέκε, στο μουτεσαριφλίκι του Κοζάν και στο βαλελίκι των Αδάνων, Ήταν το μοναδικό ελληνικό χωριό ανάμεσα σε 36 τούρκικα.
— Ιστορία
Οι Έλληνες κάτοικοι στο Γαρσαντι ήταν άποικοι που είχαν έλθει από την Βαρισσό
— Θρησκεία
Εκκλησιαστικά ανήκε στην μητρόπολη της Καισάρειας.
Υπήρχε Ελληνική εκκλησιά , αλλά σε μας είναι άγνωστο σε ποιο Αγιο ήταν αφιερωμένη .
— Παιδεία
Υπήρχε διώροφο Ελλάνικο σχολείο που ήχε 6 τάξεις με ένα δάσκαλο οποί δινόταν Ελληνοχριστιανική παιδεία με την χρίση του ευαγγελίου και του ψαλτηρίου.
Το Φκιώσι ηταν χωρίο που μιλούσαν την Φαρασσιώτικη διάλεκτο, ένα γλωσσικό ιδίωμα προερχόμενο από την αρχαία Ελληνική γλώσσα.
— Απασχόληση
Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα οι κάτοικοι ήταν «τεμετζήδες» (μεταλλωρύχοι) σε ορυχεία σιδήρου, μολυβιού και χαλκού.
Αργότερα οι Έλληνες κάτοικοι στο Γαρσαντί ασχολιόταν με την γεωργία και το εμπόριο Υπηρχαν10-16 καταστήματα ιδιοκτησίας Ελλήνων.
Ακόμη υπήρχαν πολλοί τεχνίτες , μαραγκοί ,οικοδόμοι ,σίδηροκατασκευαστές που κατασκεύαζαν τσάπες , ινία, μπαλτάδες και άλλα απαραίτητα εργαλεία Υπήρχαν ράφτες,τσαγκάρηδες και πολλοί αγωγιάτες που ασχολιόταν κυρίως με την μεταφορά ξυλείας που ήταν από τοπικούς υλοτόμους των γύρω δασών είτε ήταν ξυλεία τα κατέβαζε το ποτάμι
— Σήμερα
Το Φκόσι, ανήκει στην Επαρχία Αδάνων της Τουρκίας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2010 έχει 369 κατοίκους.
Υ,Γ
Πληροφορίες για το
5ο) ΤΣΟΥΧΑΡΙ
(-Çukuryurt ή Tsouhouri ή Tzouhouri ή Çukurköy στην επόμενη δημοσίευση .

Σχολιάστε

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.