Στις 26 Νοεμβρίου αναχώρησε για την αιωνιότητα η Φιλίτσα Συγγιρίδου, ετών 82, κάτοικος Λευκόβρυσης. Στο πρόσωπό της είχε εφαρμογή ο λόγος του Κυρίου «καλύτερο είναι να δίνεις παρά να παίρνεις». Η Φιλίτσα χαιρόταν να δίνει και να προσφέρει όχι μόνο χρήματα, αλλά και εθελοντική εργασία.
Ήταν μοδίστρα/μοντελίστ στο επάγγελμα, εργαζόμενη σε βιοτεχνία της Θεσσαλονίκης μέχρι την συνταξιοδότησή της. Όταν εγκαταστάθηκε μετά ταύτα στη Λευκόβρυση Κοζάνης, τόπο καταγωγής της, συνέχισε να ασκεί -χωρίς αμοιβή όμως- το επάγγελμά της. Έγινε η Ταβιθά της Λευκόβρυσης. Χαιρόταν, όπως η γυναίκα εκείνη της Καινής Διαθήκης, να ράβει και να διορθώνει ρούχα συγχωριανών της εντελώς ανέξοδα γι αυτούς. Πάντοτε πρόσχαρη και με ανεπιτήδευτο χαμόγελο. Έλεγε μάλιστα χαριτολογώντας: «Αν δεν έχετε τίποτε για διόρθωμα, ξηλώστε κάποια και φέρτε μου να τα ράψω».
Στον Πολιτιστικό Σύλλογο Λευκόβρυσης «Διγενής Ακρίτας» ήταν από τα πλέον δραστήρια μέλη. Έπαιρνε σβάρνα τα σπίτια του χωριού και πουλούσε λαχεία περισσότερα από όλους για την ενίσχυσή του. Κατασκεύαζε δωρεάν ποδιές και καπέλα, για να υπάρχει ομοιομορφία στα γκαρσόνια που εργάζονεργάζονταν φιλότιμα στις εκδηλώσεις που διοργάνωνε ο Σύλλογος. Η ίδια βοηθούσε στην κουζίνα. Συμμετείχε όμως και στη χορωδία του Συλλόγου, Νοιάζονταν ακόμη και τους πλανόδιους πωλητές (μανάβηδες κ. ά.). Τηγάνιζε πατάτες και τους έφερνε να φάνε. Το ωραίο ήταν ότι με τη φιλοτιμία της ενέπνεε και άλλους να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Συγκεντρώνονταν στο σπίτι της γνωστοί, φίλοι και γείτονες και βοηθούσαν επί ημέρες πολλές, και με τη σύμφωνη γνώμη και συνεργασία του συζύγου της, στο καθάρισμα καρυδιών που είχε άφθονα γείτονάς της, ο οποίος θα ταλαιπωρούνταν πολύ περισσότερο χωρίς τη φιλοτιμία της Φιλίτσας. Όταν έκανε λόγο κανείς για τη δοτικότητά της, ανταπαντούσε: «Ας πάρουν πενήντα Ευρώ λιγότερα οι κληρονόμοι».