Πριν από μερικές ημέρες ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων ο νόμος που τιτλοφορείται «Φορολογική μεταρρύθμιση με αναπτυξιακή διάσταση για την Ελλάδα του αύριο». Η επιλογή του τίτλου δεν είναι τυχαία. Η σύνδεση της φορολογικής πολιτικής με την ανάπτυξη είναι κεντρικός στόχος της παρούσας Κυβέρνησης, που εκφράστηκε προεκλογικά και υλοποιείται μετεκλογικά. Η άμεση σχέση μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και της ασκούμενης φορολογικής πολιτικής αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον διότι η ασκούμενη φορολογική πολιτική μπορεί να είναι ένα από τα κύρια εργαλεία οικονομικής ανάπτυξης.
Ειδικότερα:
- Το φορολογικό τοπίο έως σήμερα
Οι αναιμικοί προϋπολογισμοί και τα «κουτσουρεμένα» Προγράμματα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), τουλάχιστον κατά την εφαρμογή τους, ήταν ο κανόνας. Το οικονομικό κλίμα των τελευταίων ετών θα μπορούσε να συμπυκνωθεί σε δύο λέξεις: λιτότητα και αναπτυξιακή καχεξία.
Η προηγούμενη Κυβέρνηση αποδύθηκε σε μια συνειδητή, ανελέητη φορολογική και ασφαλιστική επιδρομή, ενώ οι όποιες υπερβάσεις του δημοσιονομικού στόχου δεν οφείλονταν στο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης αλλά ήταν το αποτέλεσμα της επιβολής νέων φόρων, των περικοπών στις συντάξεις και στα οικογενειακά επιδόματα, της κατάργησης του ΕΚΑΣ, της μη απονομής χιλιάδων συντάξεων, του μη υπολογισμού των δαπανών για ιατρικές εξετάσεις, των πρόσθετων επιβαρύνσεων στις ασφαλιστικές εισφορές για στους ελεύθερους επαγγελματίες και της αναστολής δαπανών για δημόσιες επενδύσεις.
- Οι προβλέψεις του νέου φορολογικού νόμου
Με το νέο νόμο η Κυβέρνηση υιοθετεί μια αναπτυξιακή φορολογική πολιτική με στόχο την επανεκκίνηση της Ελληνικής οικονομίας, την άμεση βελτίωση των οικονομικών δεικτών της χώρας, την ελάφρυνση της φορολογίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων και την υποβοήθηση της οικονομικής δραστηριότητας του παραγωγικού σκέλους της ελληνικής κοινωνίας. Συνεπής στις προεκλογικές και προγραμματικές δεσμεύσεις της, η Κυβέρνηση δρομολογεί τη μείωση φόρων, τη διαφάνεια και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, τη μετάβαση του φορολογικού συστήματος στην ψηφιακή εποχή, τη μείωση του γραφειοκρατικού φόρτου της Φορολογικής Διοίκησης και των επιχειρήσεων με ταυτόχρονη ωφέλεια των φορολογουμένων, τη διευκόλυνση και προσέλκυση επενδύσεων και κεφαλαίων και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Θα αναφερθώ εν συντομία σε μερικές κομβικές αλλαγές:
α) Η μείωση των φορολογικών συντελεστών, τόσο των νομικών προσώπων όσο και των ιδιωτών, αποτελεί βασική προτεραιότητα για την προσέλκυση νέων επενδύσεων και για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Σύμφωνα με μελέτες του ΙΟΒΕ για την Ελλάδα, η μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις οδηγεί στην αύξηση των ετήσιων πραγματικών επενδύσεων κατά 15% σε βραχυχρόνιο ορίζοντα. Χώρες που έχουν επενδύσει στη χαμηλή φορολογία έχουν προσελκύσει σειρά μεγάλων αλλά και μικρών επιχειρήσεων στο έδαφός τους. Και η πολιτική τους αυτή έχει επιβραβευθεί, κάτι που καταγράφεται στους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας και μείωσης της ανεργίας.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Ιρλανδίας. Η δεύτερη χώρα της Ε.Ε. που, μόλις λίγους μήνες μετά την Ελλάδα μπήκε σε μνημόνιο, κατάφερε να βγει σε τρία χρόνια και να επιστρέψει στην ανάπτυξη. Πως κατόρθωσε μια μνημονιακή χώρα πέντε εκατομμυρίων κατοίκων να φιλοξενεί σήμερα 1.400 πολυεθνικές επιχειρήσεις και να εξάγει πάνω από 100% του ΑΕΠ της, σημειώνοντας ανάπτυξη που έφτασε στο 8,2% το 2018; Το βασικό όχημα για την ανάκαμψη της Ιρλανδίας ήταν οι Ξένες Άμεσες Επενδύσεις που βασίστηκαν στη χαμηλή και σταθερή φορολογία (ο φόρος για όλες τις επιχειρήσεις είναι στο 12,5%, ένας από τους μικρότερους στην Ε.Ε.), στην αξιοποίηση της τεχνολογίας, στη διασύνδεση της αγοράς εργασίας με τα Πανεπιστήμια, στην εκπαίδευση και στην πάταξη της γραφειοκρατίας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία από την έρευνα της «Διανέοσις» (Ιούνιος 2019):
- Η Ιρλανδία είναι στην 20η θέση στην παγκόσμια κατάταξη προσέλκυσης Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (FDI).
- 1.400 πολυεθνικές έχουν την έδρα τους εκεί.
- Κατά μέσο όρο, η χώρα προσελκύει 230 νέες ξένες επενδύσεις τον χρόνο που δημιουργούν 10.000 νέες θέσεις εργασίας.
- Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική δύναμη σε τεχνολογία πληροφοριών στον κόσμο, η πέμπτη σε αγροτικά προϊόντα στον κόσμο και η δεύτερη σε ιατρικό υλικό στην Ευρώπη.
β) Η μείωση του γραφειοκρατικού φόρτου της Φορολογικής Διοίκησης και των επιχειρήσεων, με ταυτόχρονη ωφέλεια των φορολογουμένων.
γ) Η λήψη μέτρων για επανεκκίνηση κλάδων της οικονομίας, με σημαντική συνεισφορά στο ΑΕΠ της χώρας.
δ) Η λήψη μέτρων για στήριξη της οικογένειας και ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και προστασίας.
Εύλογα τίθεται το ερώτημα αν όλα αυτά τα μέτρα ήταν αναγκαία.
Απολύτως, είναι η απάντηση. Αρκούν όμως; Κατηγορηματικά όχι, θα σας απαντήσω.
Ο τρόπος με τον οποίο η σχεδιαζόμενη και υλοποιούμενη φορολογική πολιτική μπορεί να λειτουργήσει αναπτυξιακά δεν είναι απλός. Για να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη, ειδικά στη χώρα μας που βρέθηκε σε υφεσιακή δίνη, απαιτείται αλλαγή του μίγματος πολιτικής και μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς. Ένα απλό και σταθερό φορολογικό σύστημα μπορεί να συμβάλλει προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης, αλλά από μόνο του δεν αρκεί, διότι τα όποια θετικά στοιχεία του πολλές φορές υποσκελίζονται από υποβόσκουσες δομικές αδυναμίες.
Οι χαμηλοί φορολογικοί συντελεστές αποτελούν μία μόνο πτυχή στην επενδυτική στρατηγική καθόσον η προσέλκυση επενδύσεων είναι μια διαδικασία πολυπαραγοντική και σύνθετη.
Για τους επενδυτές η μείωση των φορολογικών συντελεστών δεν είναι απαραίτητα το κυρίαρχο κριτήριό τους στη λήψη των επενδυτικών τους αποφάσεων. Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι το γενικότερο «οικοσύστημα» των επενδύσεων και της επιχειρηματικότητας στη Ελλάδα. Το λεγόμενο «Doing business in Greece».
- Η πολυπαραγοντική και σύνθετη διαδικασία της προσέλκυσης επενδύσεων
Για την κινητοποίηση της οικονομίας –πέραν ενός σταθερού και δίκαιου φορολογικού συστήματος- είναι απαραίτητα, όπως ανέφερα αναλυτικά στην ομιλία μου στη Βουλή:
α) Η δημιουργία ευνοϊκού κλίματος – ανάκτηση της εμπιστοσύνης που θα επέλθει και μέσω της πολιτικής σταθερότητας.
β) Το σαφές και σταθερό θεσμικό πλαίσιο (συνηθίζω να το ονομάζω «διοικητικό και θεσμικό ισοζύγιο»).
γ) Μια Δημόσια Διοίκηση που στέκεται αρωγός στον πολίτη και στον επιχειρηματία.
δ) Οι υποδομές ανάπτυξης και οι μεγάλες επενδύσεις, που θα «ξεκλειδώσουν» δεκάδες επαγγέλματα και θα οδηγήσουν σε μείωση της ανεργίας.
ε) Η ταχεία απονομή της δικαιοσύνης, που τα τελευταία χρόνια λόγω καθυστερήσεων αγγίζει τα όρια της αρνησιδικίας.
στ) Η προσαρμογή της εκπαίδευσης και της γνώσης στις ανάγκες της νέας επιχειρηματικότητας με ενίσχυση των δεσμών μεταξύ επιχειρήσεων, ερευνητικών κέντρων και Πανεπιστημίων.
ζ) Η ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας με την υιοθέτηση πολιτικών και μεταρρυθμίσεων που υποστηρίζουν την έρευνα και τη διάδοση της τεχνολογίας.
η) Η παροχή κινήτρων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, προκειμένου να «ξεπεράσουν» το μικρό τους μέγεθος και να εκμεταλλευτούν τις οικονομίες κλίμακας.
θ) Η διαρκής αντιμετώπιση δυσλειτουργιών και η ρεαλιστική νομοθέτηση με στόχο τη συνεχή βελτίωση και προώθηση ζητημάτων που συμβάλλουν στη δημιουργία
συναντίληψης και διαμορφώνουν ελκυστικές συνθήκες για την επιχειρηματικότητα.
Σαν τέτοιες αναφέρονται πχ
- η πρόσφατη επίλυση του θέματος του Φορολογικού Αντιπρόσωπου για τον κλάδο της γούνας, ζήτημα στο οποίο συμμετείχα καθοριστικά,
- η προγραμματιζόμενη, με θετικές προοπτικές, κατάργηση του φόρου πολυτελείας στα προϊόντα γούνας που εξάγονται στην Ευρώπη,
- η προγραμματιζόμενη παράταση εξαγωγής αγαθών για τη γούνα κλπ.
- Η διεύρυνση των δυνατοτήτων συνεργασίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σύμφωνα με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές.
Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, η Κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε ένα «Μεταρρυθμιστικό Μπαράζ» μέσα σε λίγους μόλις μήνες. Το τελευταίο διάστημα γίναμε μάρτυρες νομοθετικών πρωτοβουλιών που καθιστούν τη χώρα πιο ελκυστική και πιο φιλική για τους εγχώριους και ξένους επενδυτές.
Στο πλαίσιο αυτό θυμίζω τις βασικές ρυθμίσεις περί απογραφειοκρατικοποίησης, απλούστευσης διαδικασιών, διοικητικού εκσυγχρονισμού και ποιοτικής νομοθέτησης που περιλαμβάνονται στο νόμο για το «Επιτελικό Κράτος» (ν. 4622/2019), όπως και ρυθμίσεις που ευνοούν τις επενδύσεις που περιλαμβάνονται στον αναπτυξιακό νόμο («Επενδύω στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις», ν. 4635/2019).
Συνοψίζοντας, για την παρούσα Κυβέρνηση η πολυπόθητη ανάπτυξη δεν είναι ένα αφήγημα. Ούτε μια απλή ρητορεία.
Όλα τα συναρμόδια Υπουργεία συντονίζονται για να διαμορφώσουν το πλαίσιο εκείνο που θα μας οδηγήσει από την ανέξοδη ρητορική στην πράξη.
Η πραγματική ανάπτυξη δεν διατάσσεται ούτε επιβάλλεται, αλλά κερδίζεται καθημερινά μέσα από μια διαδικασία μεταρρυθμίσεων και ανάδειξης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που έχει η χώρα.
Τώρα που ξέρουμε και μπορούμε, δεν έχουμε παρά μόνο μια επιλογή: να πετύχουμε!