Έψαχνε ώρα πολλή στο υπόγειο να βρει κάποια παλιά χριστουγεννιάτικα στολίδια, ώσπου τα βρήκε! Ανέβαινε τα σκαλιά με ύφος θριαμβευτικό, κρατώντας το χαρτόκουτο που έφτανε σχεδόν ίσα με το πρόσωπό της. Καθώς όμως ήταν φθαρμένο από τον χρόνο, άνοιξε η βάση του κι έτσι χριστουγεννιάτικες μπάλες, άι-βασίληδες και ξωτικά άρχισαν να κατρακυλούν στη σκάλα και να παίρνουν και πάλι το δρόμο πίσω προς το υπόγειο!
Κάθισε στο πλατύσκαλο και τα κοιτούσε ένα-ένα. Κάθε στολίδι και ανάμνηση. Ένα κρεμαστό στολίδι-σπιτάκι με καρδούλα από τότε που ήταν ακόμη ευτυχισμένη με τον άντρα της, ένα ξύλινο, κουνιστό αλογάκι με χρυσή σέλα από τότε που ο γιος της ακόμη μπουσουλούσε, κάτι μεταλλικές καμπανούλες από τότε που ήταν έγκυος στην κόρη της, ένα υφασμάτινο, πολύχρωμο ελαφάκι από τότε που αποφάσισαν να χωρίσουν…
Έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό! Στάθηκε για λίγο ακόμη να τα χαζέψει, ώσπου το βλέμμα της κατρακύλησε κι αυτό μέχρι το σκαλί που παράπεσε ένα χριστουγεννιάτικο καραβάκι.
Το είχε αγοράσει τα πρώτα Χριστούγεννα που θα τα περνούσε μόνη. Το πήρε στα χέρια της στοργικά και διαπίστωσε πως είχε σπάσει το κατάρτι του. Ξαφνικά άλλαξε διάθεση.
Κόλλησε με αποφασιστικές κινήσεις το κουτί, βάζοντας μπόλικη χαρτοταινία, μάζεψε όλα τα στολίδια εκεί μέσα και τα ξανακατέβασε στο υπόγειο. Ετοιμάστηκε γρήγορα και με ανυπομονησία κοριτσιού που πάει για πρώτη φορά στα κάλαντα βρόντηξε την πόρτα πίσω της.
Σε λίγο διάλεγε ολοκαίνουρια στολίδια από το κατάστημα της γειτονιά της. Εκείνο που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το καφέ, του οποίου ο ιδιοκτήτης τη φλερτάρει ασταμάτητα τα τελευταία τρία χρόνια που ζει μόνη της …