Επιστήμη στην υπηρεσία του λαού και των αναγκών του ή επιστήμη “κομμένη και ραμμένη” στα μέτρα του κεφαλαίου;
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από το περασμένο καλοκαίρι διαφημίζει την αναδιάρθρωση της Ανώτατης Εκπαίδευσης, στη λεγόμενη “νέα χωροταξία της Ανώτατης Εκπαίδευσης”. Σε αυτά τα σχέδια εντάσσεται και η συζήτηση για το ενδεχόμενο συγχώνευσης του Πανεπιστημίου και του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας όπως και άλλες αναδιαρθρώσεις Ιδρυμάτων ανά την Ελλάδα. Σε αυτή την κατεύθυνση έχει συγκληθεί επιτροπή για να εξετάσει το σχέδιο αλλαγών στα Ιδρύματα της περιφέρειας, στην οποία συμμετέχουν τόσο το ΤΕΙ όσο και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Με βάση τις εξελίξεις φαίνεται πως έχει καταληχθεί η συγχώνευση των δύο Ιδρυμάτων και πως η πρόταση που έχει συμφωνηθεί είναι για τη δημιουργία 25 τμημάτων και 5 ακόμα σε επόμενη φάση.
Ως ΚΚΕ δεν είμαστε αντίθετοι με την οποιαδήποτε μορφή αναδιάρθρωσης στην τριτοβάθμια Εκπαίδευση, είναι τεράστια τα προβλήματα με τα οποία έρχονται αντιμέτωποι οι ίδιοι οι σπουδαστές και οι οικογένειές τους. Το κριτήριο ωστόσο των οποιωνδήποτε αναδιαρθρώσεων πρέπει να είναι το συμφέρον των φοιτητών και της κοινωνίας και όχι τα συμφέροντα επιχειρηματικών ομίλων. Άλλωστε, το ΚΚΕ και η ΚΝΕ διαχρονικά παλεύει για Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν προς όφελος των κοινωνικών αναγκών και όχι του κεφαλαίου.
Οι φοιτητές και οι σπουδαστές, οι εργαζόμενοι στα Ιδρύματα χρειάζεται να αναρωτηθούν: Οι εξελίξεις αυτές δίνουν απάντηση στις πραγματικές αγωνίες τους; Θα σπουδάσουν χωρίς εμπόδια και φραγμούς; Θα πάρουν σύγχρονες και ολοκληρωμένες σπουδές ώστε να μάθουν ολοκληρωμένα το αντικείμενό τους; Θα βρουν δουλειά πάνω στο αντικείμενο που σπούδασαν; Θα στελεχωθεί το Ίδρυμα με τους αναγκαίους μόνιμους εκπαιδευτικούς και εργαζόμενους; Επιπλέον, δε δίνεται απάντηση στο τι θα γίνει με τους σημερινούς σπουδαστές των τμημάτων του ΤΕΙ, καθώς και με τους απόφοιτους. Θα τελειώσουν τις σπουδές στο επιστημονικό αντικείμενο που αποφάσισαν να σπουδάσουν; Τι ισχύ θα έχει το πτυχίο μιας τέτοιας σχολής;
Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν τους προβληματισμούς που είχαμε θέσει από την πρώτη στιγμή, επιβεβαιώνει τους προβληματισμούς πολλών σπουδαστών, εργαζομένων και εκπαιδευτικών. Όχι μόνο δεν λύνονται τα τεράστια προβλήματα που υπάρχουν στα ιδρύματα, αντίθετα αξιοποιούνται ως όχημα για να προωθηθούν οι κατευθύνσεις της ΕΕ για ανταγωνιστικά Πανεπιστήμια που σημαίνουν υποβάθμιση των πτυχίων, σύνδεση της Ανώτατης Εκπαίδευσης με τους εκμεταλλευτικούς στόχους του κεφαλαίου.
Πιο συγκεκριμένα:
-Βασικό κριτήριο για τις συγχωνεύσεις είναι η εξοικονόμηση πόρων με τη μεγάλη υποχρηματοδότηση των Ιδρυμάτων που φαίνεται να παγιώνεται παρά τις μικρές ενισχυτικές «ενέσεις» και η ανταπόκριση στις ανάγκες της αγοράς σε αντίθεση με τις κοινωνικές και επιστημονικές ανάγκες. Η χρηματοδότηση στα Ιδρύματα θα παραμείνει στη καλύτερη περίπτωση στα σημερινά πολύ χαμηλά επίπεδα που τα έχει οδηγήσει στα πρόθυρα της κατάρρευσης.
-Θα διατηρηθούν οι μεγάλες ελλείψεις που υπάρχουν σε μόνιμο εκπαιδευτικό – διοικητικό προσωπικό . Χαρακτηριστικά για τις ελλείψεις είναι πως μέχρι σήμερα η Πολυτεχνική Σχολή Κοζάνης, με 3 τμήματα, έχει μόλις 22 μέλη Δ.Ε.Π. (Διδακτικό-Ερευνητικό Προσωπικό). Αν αναλογιστεί κανείς τις ανάγκες που θα δημιουργηθούν για προσωπικό μετά τα δημιουργία 25+ τμημάτων φαίνεται ότι θα δημιουργηθεί μια εκρηκτική κατάσταση για τους φοιτητές και το προσωπικό καθώς οι όποιες αυξήσεις στη χρηματοδότηση ευαγγελίζονται δεν καλύπτουν τις τεράστιες απώλειες των τελευταίων χρόνων (μείωση χρηματοδότησης, κούρεμα στα αποθεματικά κλπ), πόσο μάλλον τις ανάγκες των φοιτητών για σύγχρονες και δωρεάν σπουδές.
-Θα διατηρηθεί η διαχρονική απουσία βασικών αναγκαίων υποδομών όπως οι εστίες. Θα διατηρηθούν τα εισοδηματικά κριτήρια για την σίτιση όπου στο Πανεπιστήμιο δικαιούνται δωρεάν σίτιση περίπου 800 φοιτητές και στις 2 πόλεις. Χαρακτηριστικό είναι πως στα σχέδια της νέας Πανεπιστημιούπολης που χτίζεται στην Κοζάνη δεν προβλέπονται καν εστίες. Θα συνεχίσουν οι φοιτητές – σπουδαστές να πληρώνουν τη μετακίνησή τους για να παρακολουθήσουν τα μαθήματά τους.
-Θα δημιουργηθούν απόφοιτοι πολλών «ταχυτήτων». Όχι μόνο δεν αναιρείται η κατηγοριοποίηση των αποφοίτων, αντίθετα διευρύνεται με την ίδρυση 2χρονων προγραμμάτων σπουδών, για να πέφτουν τα δικαιώματα όλων προς τα κάτω. Διαρκώς αποσυνδέεται το πτυχίο από το επάγγελμα. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι αυτό των μηχανικών αφού με την συγχώνευση θα υπάρχουν οι μηχανικοί απόφοιτοι επιπέδου master και επιπέδου bachelor.
-Διατηρείται η υπάρχουσα κατεύθυνση της υποβάθμισης και ευελιξίας των σπουδών για την προετοιμασία του αυριανού φτηνού και ευέλικτου εργαζόμενου. Διατηρείται η αφαίρεση θεωριών ή εργαστηρίων από τα προγράμματα σπουδών, ο προσανατολισμός των σπουδών στην απόκτηση εφήμερων δεξιοτήτων με βάση της ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων, η μεταφορά σημαντικής γνώσης στα μεταπτυχιακά και στα σεμινάρια πιστοποίησης. Συνολικά ενισχύεται η προσπάθεια να μετατραπεί η απόκτηση της απαραίτητης γνώσης σε ατομική υπόθεση. Αρνητική εξέλιξη αποτελεί και η απόσπαση της παιδαγωγικής επάρκειας απο τα πτυχία καθώς με τη νέα τροπολογία του Υπουργείου Παιδείας ακόμα και τα παιδαγωγικά τμήματα (!!) χρειάζονται ειδική επιπλέον απόφαση κατοχύρωσης της επάρκειας στο πτυχίο, ενώ ήδη στην Παιδαγωγική Σχολή εγκρίθηκε η δημιουργία Ειδικού Προγράμματος Σπουδών Παιδαγωγικής και Διδακτικής Επάρκειας.
-Διατηρείται η επιχειρηματική λειτουργία των Ιδρυμάτων που αντιμετωπίζει τη γνώση σαν εμπόρευμα και τους φοιτητές ως “πελάτες” που αγοράζουν από τον “τιμοκατάλογο” των μεταπτυχιακών, των 2ετών προγραμμάτων, των προγραμμάτων πιστοποίησης κλπ. Αντίστοιχα με την απευθείας εξυπηρέτηση των αναγκών των επιχειρήσεων για φθηνούς πρακτικάριους, για έλεγχο των εργαστηρίων και της ερευνητικής δραστηριότητας των Ιδρυμάτων.
-Χαρακτηριστικά είναι και τα κριτήρια με τα οποία αξιολογούνται τα Ιδρύματα. Δεν αξιολογούνται για το κατά πόσο παρέχουν φοιτητική μέριμνα ώστε να μπορούν οι φοιτητές να σπουδάσουν απρόσκοπτα. Δεν αξιολογούνται για το αν παρέχουν ολοκληρωμένη επιστημονική μόρφωση. Αντιθέτως, θετική αξιολόγηση παίρνουν τα “ανταγωνιστικά” Ιδρύματα που έχουν χαμηλό “κόστος” ανά φοιτητή και που συνεργάζονται με επιχειρήσεις, όσα παρέχουν περισσότερες “δεξιότητες” κλπ.
Δεν θα μπορούσαν βέβαια τα πράγματα να είναι διαφορετικά από τη στιγμή που για την κυβέρνηση είναι δεδομένη η στρατηγική για μια Ανώτατη Εκπαίδευση άμεσα συνδεδεμένη αποκλειστικά με τα συμφέροντα των επιχειρήσεων σε αντίθεση με τις κοινωνικές και λαϊκές ανάγκες. Αυτή η στρατηγική είναι που οδήγησε τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ στη σημερινή απαξίωση, η στρατηγική του “ανταγωνιστικού” Πανεπιστημίου.
Την ίδια ώρα για τους αποφοίτους των Ιδρυμάτων η σημερινή και οι προηγούμενες κυβερνήσεις έχουν διαμορφώσει έναν εργασιακό “μεσαίωνα”. Συγκεκριμένα, για τους μηχανικούς, με την προώθηση της κατάταξης των μηχανικών σε διαφορετικές κατηγορίες και τάξεις ανάλογα με την εμπειρία τους, αποκλείονται στην πλειοψηφία τους από την δυνατότητα ανάληψης πολλών έργων. Αντίστοιχα για τους απόφοιτους της Παιδαγωγικής σχολής, οι συνέπειες των ελαστικών εργασιακών σχέσεων στον κλάδο, η ωρομισθία, η αναπλήρωση, τους κρατούν ομήρους στην ανασφάλεια, βρίσκονται ανάμεσα στην ανεργία και την εργασία, είναι αναγκασμένοι να γυρνούν ανά την Ελλάδα, χωρίς καμιά κρατική μέριμνα για τη σίτισή, τη στέγασή και τη μετακίνησή τους, εάν τυχόν προσληφθούν ως αναπληρωτές, με πολλούς να μένουν άνεργοι.
Οι φοιτητές του Πανεπιστημίου και οι σπουδαστές του ΤΕΙ χρειάζεται να παλέψουν συντονισμένα, μέσα από τους φοιτητικούς συλλόγους, τις επιτροπές αγώνα και το ΜΑΣ, ενάντια στις κατευθύνσεις της ΕΕ, ενάντια στη σημερινή κατάσταση, για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους. Να παλέψουν για αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης στο ύψος των αναγκών, για πρόσληψη μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού, για την ενίσχυση της φοιτητικής μέριμνας, για ολοκληρωμένη επιστημονική μόρφωση στο αντικείμενό τους.
Να προβληματιστούν για τις εξελίξεις καθώς τα σχέδια των αναδιαρθρώσεων είναι δεμένα με τα σχέδια για την «ανάπτυξη» που διατυμπανίζουν τόσο η κυβέρνηση, τα Ιδρύματα όσο και διάφοροι “καλοθελητές” (τοπικοί παράγοντες, βουλευτές, δήμαρχοι κλπ.) στα περιβόητα “περιφερειακά αναπτυξιακά συνέδρια”. Η συζήτηση αλλά και οι όποιες αντιδράσεις εκφράστηκαν το προηγούμενο διάστημα από αστικά κόμματα και κομμάτι της Τοπικής Διοίκησης δεν στέκονται στην ουσία του προβλήματος της Ανώτατης Εκπαίδευσης αλλά αντιμετωπίζουν τα ιδρύματα ως «μαγαζιά» και τους φοιτητές – σπουδαστές ως «πελάτες». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προσπάθεια για συλλογή υπογραφών από τοπικούς παράγοντες της Φλώρινας με μοναδικό σκοπό να παραμείνει η Σχολή Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών αποκλειστικά στη Φλώρινα καθώς και να ενισχυθούν οι υπόλοιπες Σχολές με νέα τμήματα. Προτάσσοντας στην ουσία αποκλειστικά το ζήτημα «υποβάθμισης» της πόλης και πατώντας στα όνειρα και τις αγωνίες εκατοντάδων φοιτητών αλλά και της τοπικής κοινωνίας, δεν υπάρχει κανένας προβληματισμός το αν θα εξασφαλιστούν σύγχρονες και ουσιαστικά αναβαθμισμένες σπουδές, αν θα εξασφαλιστούν σύγχρονες υποδομές, εστίες και μεταφορές για τους φοιτητές των εργατικών λαϊκών οικογενειών. Σε αυτή την κατεύθυνση μάλιστα κινήθηκε και η Κοσμητεία του Πανεπιστημίου με μια τη μετονομασία της Παιδαγωγικής Σχολής σε Σχολή Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών.
Να παλέψουν για να δυναμώσει η διεκδίκηση για:
Να εξασφαλιστούν όλες οι υπάρχουσες θέσεις εργασίας μόνιμου, έκτακτου και προσωπικού σε εργολάβους, χωρίς βλαπτική μεταβολή.
Να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη ολοκλήρωση των σπουδών των υπαρχόντων σπουδαστών με επιπλέον στήριξη σε φοιτητική μέριμνα (δωρεάν μετακινήσεις, σίτιση, στέγαση).
Καμιά αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα. Ένα πτυχίο ανά επιστημονικό αντικείμενο, με πλήρη πρόσβαση στο επάγγελμα. Όχι στα διετή προγράμματα κατάρτισης, που θα παρέχουν τζάμπα εργατικό δυναμικό στις επιχειρήσεις, μέσω πρακτικής άσκησης και μαθητείας!
Να μην προχωρήσουν οι συγχωνεύσεις Τμημάτων με ετερόκλητα αντικείμενα και αδιευκρίνιστα πεδία επαγγελματικής εφαρμογής.
Γενναία αύξηση των δαπανών για την Παιδεία, αποκλειστικά από τον κρατικό προϋπολογισμό, ώστε να καλύπτονται πλήρως οι εκπαιδευτικές και ερευνητικές ανάγκες όλων των Ιδρυμάτων.
Άμεσες προκηρύξεις νέων θέσεων ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ που απαιτούνται για την ποιοτική διδασκαλία και έρευνα.
Πλήρης ανάπτυξης και γενναία αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης της φοιτητικής μέριμνας (δωρεάν σίτιση, στέγαση, συγγράμματα, κ.λπ.), ώστε να έχουν τη δυνατότητα απρόσκοπτης ολοκλήρωσης των σπουδών τους όλοι οι φοιτητές.
Κατάργηση των διδάκτρων σε όλα τα μεταπτυχιακά προγράμματα. Ούτε σκέψη για δίδακτρα στις προπτυχιακές σπουδές.
Οι απαντήσεις στις αγωνίες και τα ερωτήματα των σπουδαστών, των εργαζομένων και των εκπαιδευτικών βρίσκονται στην πρόταση του ΚΚΕ για
Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν.
Στην πρόταση αυτή η Ανώτατη Εκπαίδευση είναι πραγματικά ενιαία, γιατί σταματά η πολυδιάσπαση και η κατηγοριοποίηση ιδρυμάτων, πτυχίων και αποφοίτων με τη διαμόρφωση ενός μόνο πτυχίου ανά επιστημονικό αντικείμενο, ανώτατου, πανεπιστημιακού επιπέδου. Υπάρχει σαφής και επιστημονικός καθορισμός των επιστημονικών αντικειμένων, νέα προγράμματα σπουδών, με κριτήριο να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της επιστημονικής και κοινωνικής προόδου και όχι στις εφήμερες ανάγκες των μονοπωλίων.
Για τα αντικείμενα που δεν απαιτούν επιστημονική επάρκεια η εκπαίδευση θα δίνεται μετά το ενιαίο 12χρονο υποχρεωτικό σχολείο μέσα από δημόσιες δωρεάν επαγγελματικές σχολές που θα είναι ενταγμένες στο εκπαιδευτικό σύστημα και θα δίνουν πτυχίο με επαγγελματική επάρκεια.
Στην πρόταση του ΚΚΕ το πτυχίο είναι η μοναδική προϋπόθεση για την πρόσβαση στο επάγγελμα και εμπεριέχεται σε αυτό όλη η απαραίτητη γνώση για την κατανόηση του επιστημονικού αντικειμένου και την άσκηση του αντίστοιχου επαγγέλματος. Οι μεταπτυχιακές σπουδές είναι ένας ενιαίος κύκλος και οδηγούν στην απόκτηση διδακτορικού διπλώματος.
Η παρακολούθηση από τους φοιτητές της εφαρμογής της επιστήμης στην παραγωγή γίνεται οργανωμένα, μέσα από την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία. Όχι όπως σήμερα που η πρακτική άσκηση στοχεύει στην παροχή κακοπληρωμένης εργασίας στις μεγάλες επιχειρήσεις.
Η Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση είναι αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν. Όλα τα ιδρύματα έχουν σύγχρονες υποδομές και εξοπλισμό, εστίες και λέσχες, με ευθύνη του κράτους. Το εκπαιδευτικό και διοικητικό προσωπικό είναι μόνιμο.
Επιπλέον, η ανάγκη του αποφοίτου να παρακολουθεί τις εξελίξεις της επιστήμης του, τις νέες εφαρμογές και τεχνολογίες, εξασφαλίζεται με ευθύνη των ιδρυμάτων και δεν αποτελεί ατομική υπόθεση με κυνήγι των πανάκριβων πιστοποιητικών. Εξασφαλίζεται η πρόσβαση όλων στη νέα γνώση. Τα ερευνητικά αποτελέσματα αξιοποιούνται άμεσα στην παραγωγή, στην κατεύθυνση της κάλυψης των διευρυμένων κοινωνικών αναγκών.
Η πρόταση αυτή προϋποθέτει μια άλλη οικονομία, νέα κοινωνική οργάνωση και εξουσία, με πραγματικά φιλεργατικό – φιλολαϊκό χαρακτήρα, με γνώμονα τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες και όχι το κέρδος των μονοπωλίων. Με αυτόν τον όρο, μπορεί να υπάρχει κεντρικός πανεθνικός σχεδιασμός και έλεγχος, στη βάση του οποίου θα προσδιορίζονται οι ανάγκες του πλήθους των αποφοίτων ανά κλάδο, ανά γεωγραφική περιοχή ώστε να λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας. Με αυτόν τον όρο, μπορούν πραγματικά να ξεδιπλωθούν οι πραγματικές δυνατότητες της επιστήμης.
Η πρόταση αυτή δεν είναι κάτι το ιδεατό. Πατάει στις ανάγκες και τις δυνατότητες του σήμερα, όπως αυτές καθορίζονται από την ανάπτυξη της ίδιας της επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης. Είναι η μοναδική που μπορεί να δώσει μεγαλύτερη δύναμη και προοπτική στους καθημερινούς μας αγώνες για τη βελτίωση των συνθηκών σπουδών!