Του γνωστού συλλέκτη Γιάννη Τσιομπάνου:
Δεκαπενταύγουστος του 2013 και περιδιαβαίνω σε μια ζεστή και άδεια Αθήνα, έχοντας παράλληλα ένα και μόνο σκοπό: να φωτογραφήσω κάτω από τις πλέον ιδανικές συνθήκες το στέκι του Νικόλα Άσιμου στην Καλλιδρομίου 55 στα Εξάρχεια. Η επιλογή της ημερομηνίας δεν ήταν καθόλου τυχαία, καθώς είναι βέβαιο πως μία τέτοια αργία το κλεινόν άστυ αδειάζει και έτσι διευκολύνεται κατά πολύ μία φωτογράφηση, εκεί όπου τις καθημερινές βρίσκεις πάντοτε κάποιο αυτοκίνητο παρκαρισμένο.
Για τον Νικόλα έχουν γραφτεί και εκδοθεί πολλά. Ένα είναι όμως βέβαιο: ότι ο Άσιμος, αναμφισβήτητα, αποτελεί ένα από τα πλέον ξεχωριστά πρόσωπα που έχει να επιδείξει η Κοζάνη για τη μεταπολιτευτική της ιστορία.
Ξακουστό παραμένει το στέκι του στην Καλλιδρομίου 55, στο λόφο του Στρέφη στα Εξάρχεια. «Χώρο Προετοιμασίας» τον ονόμαζε ο ίδιος και, πέρα από μαγαζόσπιτο, αποτέλεσε και το σημείο όπου τερμάτισε τη ζωή του. Βαθιά συνδεδεμένος δηλαδή ο χώρος αυτός με το όνομά του.
Σήμερα, ανεβαίνοντας κάποιος την Εμμ. Μπενάκη δεν υπάρχει περίπτωση να μη σταματήσει στη γωνιακή οικοδομή, που διασταυρώνεται με το 55 της οδού Καλλιδρομίου. Εκεί, θα συναντήσει ένα πραγματικό υπαίθριο ατελιέ. Τοίχοι ζωγραφισμένοι και διανθισμένοι με στίχους ποιητών δημιουργούν μίαν άλλη τάση του γκράφιτι, που το θέλει περισσότερο εικαστικό και ακόμα πιο κοντά στο ζωγραφικό, το οποίο όμως επιλέγει ως πεδίο έκφρασης όχι τον καμβά αλλά τις μεγάλες επιφάνειες των πολυκατοικιών.
Δεν απαιτείται ιδιαίτερα έμπειρο μάτι για να καταλάβει κανείς πως τα έργα προέρχονται από χέρι ζωγράφου. Δημιουργός τους, ο Κώστας Πλιάτσικας, ζωγράφος και παιδί των Εξαρχείων κι αυτός σαν τον Νικόλα, αν και ηπειρώτης στην καταγωγή.
«Κάτι σαν το γκράφιτι ή μήπως όχι;», τον ρωτάει ο δημοσιογράφος Δημήτρης Ρουτσώνης σε σχετικό δημοσίευμα για την εφημερίδα Ελευθεροτυπία στις 2 Νοεμβρίου του 2009.
«Όχι ακριβώς», λέει ο ίδιος ο καλλιτέχνης, «δεν είναι απλή συνθηματολογία ή τέχνη του σπρέι. Είναι ζωγραφική και η τέχνη αυτή στόχο έχει πάντα την ανάδειξη του ωραίου» προσθέτει. «Να μπει λίγη ομορφιά στην πόλη, στην καθημερινότητά μας, να φύγει η ασχήμια», τονίζει και μας δείχνει έναν άλλο τοίχο, παραδίπλα, γεμάτο με συνθήματα-πάνω στα συνθήματα, και γκράφιτι ξεθωριασμένα. «Πριν από λίγο καιρό, όλοι εδώ γύρω, αποφασίσαμε πως αυτό μπορεί να αλλάξει».
Σήμερα, το στέκι του Νικόλα παραμένει κλειστό. Ο ιδιοκτήτης του είναι άγνωστος σε μένα αλλά σχεδόν κάθε φορά που βρίσκομαι στην Αθήνα, από την πρώτη φωτογράφηση το καλοκαίρι του 2013, και όποτε βρίσκω ευκαιρία, περνάω για να δω με λαχτάρα ένα “πωλείται” στο τζάμι του. Μέχρι τώρα που μιλάμε δεν το πέτυχα. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως δεν πρέπει να ξεκινήσουν προσπάθειες από το Δήμο Κοζάνης σε συνεργασία με την Περιφέρεια, γιατί όχι ως βασικού χρηματοδότη, ώστε να περιέλθει το στέκι του Νικόλα στα χέρια της πόλης. Τώρα, που οι τιμές των ακινήτων έχουν πιάσει το ιστορικότερο χαμηλό, αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία, ώστε να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες για να αποκτηθεί και να γίνει ένα από τα σημεία αναφοράς της πόλης της Κοζάνης στην πρωτεύουσα Αθήνα. Με όλο τον απαραίτητο, βέβαια, σεβασμό στο χώρο, χωρίς αρχικά να αγγιχτεί απολύτως τίποτε.
Κλείνοντας, δεν μπορώ να κρύψω την ιδιαίτερη χαρά που ένοιωσα, όταν διαπίστωσα πως ο ζωγράφος Κώστας Πλιάτσικας επέλεξε την πλευρά της Καλλιδρομίου να τη διανθίσει με στίχους από το ποίημα του Κωστή Παλαμά «Ο γκρεμιστής», απόσπασμα του οποίου και ο ίδιος έκανα χρήση, ένα χρόνο νωρίτερα από την πρώτη μου επίσκεψη στο χώρο, στο προσωπικό μου λεύκωμα «Κοζάνη, Οδοιπορικό στο Χρόνο». Τελικά, τίποτα δεν είναι τυχαίο είπα από μέσα μου.