Ολοκληρώνοντας το ημερήσιο πρόγραμμα του, χθες Δευτέρα 22 Μαΐου, στην περιοχή της Κοζάνης ο Γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Ρήγας κατέληξε στις 8:00 μ.μ. στην παλιά Νομαρχία Κοζάνης. Εκεί στη γεμάτη από κόσμο αίθουσα του Περιφερειακού Συμβουλίου Δυτικής Μακεδονίας, παρουσία των βουλευτών του κόμματος, του Περιφερειάρχη και αντιπεριφερειαρχών ο Γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ απηύθυνε ομιλία με θέμα: «Πολιτικές εξελίξεις- Παραγωγική ανασυγκρότηση».
Την εκδήλωση άνοιξε ο Συντονιστής της Ν.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ της Π.Ε. Κοζάνης σ. Κώστας Πασσαλίδης που χαιρετίζοντας την έλευση του Γραμματέα στην περιοχή και προέβαλε τα δύο βασικά κατά την άποψη του τοπικού κόμματος προβλήματα της κοινωνίας:
Το πρώτο θέμα είναι το πρόβλημα της ανεργίας. Η περιοχή μας έχει συνηθίσει εδώ και πολλά χρόνια να ζει με το πρόβλημα. Αυτό όμως που πρέπει να αντιληφθεί η κυβέρνηση, είναι πως αν μέχρι τώρα οι συνέπειες μπορούσαν να εκτονώνονται τώρα πια δεν είναι έτσι. Τώρα πλέον ούτε οι συντάξεις μπορούν, ούτε τα οικογενειακά εισοδήματα να καλύψουν τις ανάγκες επιβίωσης της υπόλοιπης κοινωνίας.
Έτσι λοιπόν το σύνθετο αυτό πρόβλημα χρειάζεται ειδική μέριμνα από την κυβέρνηση για την αντιμετώπισή του και περιμένουμε από την κυβέρνηση πρωτοβουλίες και αποδοχή των προτάσεων της Περιφέρειας και των φορέων της περιοχής.
Το δεύτερο θέμα για την κοινωνία μας συνολικά, είναι το θέμα της ΔΕΗ.
Το θέτω γιατί για εμάς, το θέμα της πώλησης της ΔΕΗ, είναι εξακολουθεί να είναι καθοριστικό για το μέλλον της περιοχής μας.
Είμαστε πρωτοπόροι στον αγώνα της περιοχής για τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα της επιχείρησης, και για την ανάγκη στήριξης του ενεργειακού συστήματος της χώρας στο λιγνίτη, καθώς εξακολουθεί να είναι η μόνη ενεργειακή πηγή που μπορεί να είναι διαθέσιμη κάθε στιγμή και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Η δημοσίευση της απόφασης του Κυβερνητικού Συμβούλιου Οικονομικής Πολιτικής, έχει δημιουργήσει πρόσθετες ανησυχίες στην τοπική κοινωνία.
Στην ομιλία του ο Γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Ρήγας, επικεντρώθηκε στο ζήτημα της πολύπλευρης κρίσης με έμφαση στην ανεργία, την έλλειψη επενδύσεων, το στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης, τον Καλλικράτη κ.ά. Αλλά και στην ανάγκη για κοινωνική και οικονομική ανάταξη, τη διαμόρφωση ενός νέου και βιώσιμου υποδείγματος ανάπτυξης, με αξιοποίηση των φυσικών πόρων, που θα εδράζεται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, πάντα με σεβασμό και εναρμόνιση με το περιβάλλον, με κοινωνικό σχέδιο και μεροληψία υπέρ των ασθενέστερων και μεσαίων στρωμάτων, έτσι ώστε να αγκαλιαστεί και από την ίδια την κοινωνία. Πρώτη πράξη της υλοποίησης ο περιφερειακός σχεδιασμός, ο οποίος θα συναρθρωθεί και με τις απαραίτητες προσαρμογές θα καταλήξει σε ένα νέο εθνικό σχέδιο ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης. Αυτό θα είναι ολοκληρωμένο και συνεκτικό, ανοιχτό σε επενδυτικές πρωτοβουλίες, θα υφίσταται διαρκή παρακολούθηση, αξιολόγηση και επανασχεδίαση, με θεσμούς πρόσβασης των τοπικών κοινωνιών.
Το έλλειμμα δημοκρατικού αποτυπώματος, που παρατηρείται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα, με αλλαγή των αντιλαϊκών και μη αντιπροσωπευτικών θεσμών (νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα) που διαμορφώνουν ένα αντιδημοκρατικό πλαίσιο άσκησης της πολιτικής. Με την κυριαρχία μη εκλεγμένων οργάνων(π.χ. οι βαπτισμένες δήθεν «ανεξάρτητες αρχές» οι οποίες και στίγμα ιδεολογικό φέρουν και συμφέροντα ανάλογα εξυπηρετούν), που παίρνουν αποφάσεις και παραμένουν ανεξέλεγκτες (Τράπεζες κλπ.)
Η β’ αξιολόγηση επετεύχθητε με διαπραγματεύσεις και συγκρούσεις. Οι πολιτικές σκοπιμότητες, η χρήση ακατάλληλων εργαλείων (π.χ. το εργασιακό κόστος) από τη μεριά των δανειστών και οι αλλεπάλληλες λάθος εκτιμήσεις τους οδήγησαν σε αδιέξοδο, πολλές φορές, τις διαπραγματεύσεις. Ενίοτε και με τη συμβολή ή και την υποβοήθηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία πιέζει διαρκώς. Καταβλήθηκε μια μακρά και επίπονη προσπάθεια το αποτέλεσμα, της οποίας φέρει και δύσκολα μέτρα. Ανατράπηκε, όμως, αυτή τη φορά, η μονομέρεια των δημοσιονομικών περιορισμών και απέναντί της τοποθετούνται κοινωνικού χαρακτήρα μέτρα με θετική επίδραση στην οικοδόμηση μιας κοινωνικής πολιτικής που υπερέχει, μάλιστα, σε αποτέλεσμα των αρνητικών μέτρων. Η συμφωνία, εν τέλει, φέρει δύο χαρακτηριστικά: Ολοκληρώνονται οι υποχρεώσεις της χώρας και εξασφαλίζεται ωφέλιμος για την κοινωνία χώρος δημοσιονομικός και χρόνος και οδηγούμαστε στο τέλος των μνημονίων και της επιτροπείας. Χωρίς ρύθμιση του χρέους, όμως η χώρα δύσκολα πάει παρακάτω.
Η αντιπολίτευση με τη ΝΔ να πρωτοστατεί προσπαθώντας να κρύψει της ευθύνες της, όχι μόνο δεν βοηθά την προσπάθεια αλλά την υπονομεύει και με ιδιοτέλεια, τυχοδιωκτισμό και λαϊκισμό επιχειρεί να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη απαιτώντας υποκριτικά αδύνατες επιλογές για το πλεόνασμα.
Η ανεργία, όπως διαπίστωσε, ιεραρχείται σαν πρώτο πρόβλημα της περιοχής μας, το οποίο συνδυασμένο με τα προβλήματα του ενεργειακού χώρου και ειδικά της ΔΕΗ και της χρήσης λιγνίτη συνιστούν μια πραγματική μάστιγα, μια δύσκολη εξίσωση για την περιφέρεια μας η οποία οικοδομήθηκε σιγά- σιγά και σε βάθος χρόνου. Η κυβέρνηση μας στέκεται απέναντι με ευθύνη και επιδιώκει τη λύση των προβλημάτων, με μεθοδικότητα και συνέπεια, το συντομότερο δυνατό, υποστηρίζοντας με όσα μέσα διαθέτει, τη λύση τους χωρίς τη διάλυση του δημόσιου χώρου.
Ο Πάνος Ρήγας αναφέρθηκε, τέλος, στη συνταγματική αναθεώρηση και κάλεσε τον κόσμο να συμμετάσχει στη διαβούλευση και την επικείμενη σχετική συζήτηση στην Κοζάνη.
Στην αναθεώρηση του νόμου του «Καλλικράτη» για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, την Αναβάθμιση της Δημόσιας Διοίκησης και την αποκήρυξη του στρεβλού χαρακτήρα του συστήματος, την Αναβάθμιση της Εκπαίδευσης, την αξιοποίηση των νέων ανθρώπων και του εγχώριου επιστημονικού δυναμικού, την καταπολέμηση της εργολαβικής εργασίας και της εκμετάλλευσης, την εξωστρέφεια, την αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας(ανέφερε το παράδειγμα της Καστοριάς), την προσέλκυση επενδύσεων, την αγροτική παραγωγή τους Συνεταιρισμούς και την κοινωνική οικονομία, τις χρηματοδοτήσεις και το ΕΣΠΑ, στα επιτεύγματα της κυβέρνησης μέσα σε ένα πολύ δύσκολο- δυσβάστακτο κατά τα άλλα περιβάλλον (ΚΕΕΛΠΝΟ, μείωση της ανεργίας, ρύθμιση κόκκινων δανείων κλπ.)… και κατέληξε «εμείς, άλλωστε, προερχόμαστε από την κοινωνία και το χώρο της εργασίας και κάποια στιγμή εκεί θα επιστρέψουμε…»