Δεν είχε ακόμη κλείσει τα 31 του χρόνια όταν, στις αρχές του 2004, την περίοδο που η χώρα ετοιμαζόταν πυρετωδώς για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ο κ. Νίκος Κουτλιάμπας επέλεξε να «τρέξει» κατοστάρι αναλαμβάνοντας τα ηνία ενός ιστορικού αγροτικού συνεταιρισμού, του ΑΣΕΠΟΠ Βελβεντού. Μαζί με μια ομάδα νέων αγροτών από την κωμόπολη των 3.500 κατοίκων εκτίμησαν ότι ο διάσημος για τα ροδάκινα και τα νεκταρίνια του συνεταιρισμός έπρεπε, ζυγίζοντας τις απαιτήσεις του σύγχρονου εμπορίου, να αναζητήσει νέους δρόμους σε παρθένες αγορές.
Σήμερα, 12 χρόνια αργότερα και παρά την οικονομική ύφεση, ο συνεταιρισμός, όσο περίεργο και αν ακούγεται, δεν έχει τραπεζικά «βαρίδια» και είναι οικονομικά υγιής, διατηρώντας κύκλο εργασιών ο οποίος κυμαίνεται την τελευταία τριετία από 12 ως και 15 εκατ. ευρώ. Αλλωστε ποτέ στα 99 χρόνια λειτουργίας του δεν βρέθηκε χρεωμένος. Επιβίωσε και στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής ή του Εμφυλίου, οπότε, όπως λένε σήμερα τα 400 μέλη του, δεν θα κολλήσει στα λασπόνερα της κρίσης. Ακόμη και το εμπάργκο στα τρόφιμα που έχει επιβάλει η Μόσχα στη Δύση ξεπεράστηκε, παρότι περισσότερες από τις μισές εξαγωγές του ΑΣΕΠΟΠ Βελβεντού κατευθύνονταν στη ρωσική αγορά.
Οργάνωση και SMS με οδηγίες
«Ο τρόπος που οργανωθήκαμε, από την αρχή ως το τέλος, δηλαδή από το πώς θα παράγει ένας παραγωγός-μέλος μας ως το πώς θα πουληθεί το προϊόν του, είναι που μας κράτησε όρθιους» επισημαίνει στο «Βήμα» ο 43χρονος σήμερα τεχνολόγος-γεωπόνος κ. Κουτλιάμπας.
Ο συνεταιρισμός διαχειρίζεται την παραγωγή για λογαριασμό των αγροτών. «Τους κατευθύνει και ελέγχει τι θα καλλιεργήσουν, ποια ποικιλία θα βάλουν, πώς θα καλλιεργήσουν, αν και πώς θα προχωρήσουν στη φυτοπροστασία και στη λίπανση – οι οδηγίες αποστέλλονται με SMS – και πάντα με συνταγή από τη φυτοϋγειονομική υπηρεσία του συνεταιρισμού» τονίζει ο πρόεδρος του ΑΣΕΠΟΠ Βελβεντού, ο οποίος είναι και ο ίδιος κατά κύριο επάγγελμα αγρότης.
Οι αγρότες-μέλη προμηθεύονται τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα από την αποθήκη του συνεταιρισμού σε χονδρική τιμή και με πίστωση ενός έτους ώστε να μην εξαναγκάζονται σε τραπεζικό δανεισμό. Μάλιστα, από το κεφάλαιο κίνησης του συνεταιρισμού τα μέλη μπορούν να δανείζονται κονδύλια για αγορά κτημάτων ή για άλλη επένδυση.
Σήμερα η αγροτική απασχόληση δίνει κίνητρα στους νέους ανθρώπους να παραμείνουν στο χωριό. Ο πληθυσμός του παραμένει σχεδόν ο ίδιος από το 1928. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ΑΣΕΠΟΠ Βελβεντού είναι ο συνεταιρισμός με τους πιο νέους αγρότες στην Ελλάδα – μέσος όρος ηλικίας κάτω των 45 ετών.
Εξαγωγικός προσανατολισμός
Οι πρώτες εξαγωγές – κυρίως ροδάκινα αλλά και φράουλες – ξεκινούν δειλά-δειλά στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Τα τελευταία χρόνια όμως ο συνεταιρισμός αποκτά κυρίως εξαγωγικό προσανατολισμό καθώς το ήμισυ των προϊόντων του κατευθύνεται σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης και μετά το ρωσικό εμπάργκο σε περιοχές της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. «Δεν στέλνουμε μεγάλες ποσότητες αλλά καλή ποιότητα και παίρνουμε καλές τιμές» υπογραμμίζει ο κ. Κουτλιάμπας. Οπως αναφέρει, η ποιότητα είναι το όπλο κατά των ισπανών, ιταλών και τούρκων ανταγωνιστών, οι οποίοι στηρίζονται στις τεράστιες ποσότητες που παράγουν.
«Βγάλαμε από πάνω μας το κράτος και ίσως ήταν η καλύτερη κίνηση που κάναμε ποτέ. Με τις δικές μας δυνάμεις προχωρήσαμε όπως θα έπρεπε. Αλλωστε το ροδάκινο δεν επιδοτήθηκε ποτέ. Αυτός ήταν ένας λόγος που προχωρήσαμε με τον συνεταιρισμό. Οι επιδοτήσεις ήταν και η αιτία που διαλύθηκαν άλλοι συνεταιρισμοί» σημειώνει, επισημαίνοντας ότι έτσι χάθηκαν η ζάχαρη και ο καπνός και έφτασε να κινδυνεύει η παραγωγή προϊόντων όπως η ελιά και τα εσπεριδοειδή.
«Έγιναν εγκλήματα τις εποχές των παχιών αγελάδων και οδήγησαν τον αγροτικό κόσμο εκτός παραγωγής. Το μοναδικό έσοδο εδώ και χρόνια για τους παραγωγούς ήταν οι επιδοτήσεις» υπογραμμίζει.
Σημαία η ποιότητα
Με σημαία την ποιότητα των προϊόντων, η οποία ενισχύεται από το μικροκλίμα της περιοχής – στα δυτικά του χωριού κυλάει ο Αλιάκμονας -, ο συνεταιρισμός καταφέρνει να σταθεί στις ξένες αγορές. Χρειάστηκε όμως πολύς κόπος για να αποκατασταθεί το «κακό» όνομα που είχαν αποκτήσει τα ελληνικά προϊόντα στα χρόνια της δεκαετίας του 1980, όταν αλλεπάλληλες παρτίδες επιστρέφονταν ως ακατάλληλες η μία μετά την άλλη από το εξωτερικό. Τα τελευταία χρόνια ο συνεταιρισμός δίνει το παρών σε διεθνείς εκθέσεις, συνέδρια, συναντήσεις και φόρα.
Εκτός από την εξωστρέφεια, λέξη-κλειδί για τον κ. Κουτλιάμπα είναι και η «συνεργασία». Αυτός ο απομονωμένος οικισμός εφαρμόζει με επιτυχία από το 1917, με την ίδρυση του συνεταιρισμού, το ρητό «η ισχύς εν τη ενώσει». Οπως αναφέρει ο πρόεδρος του συνεταιρισμού, οι κάτοικοι διατήρησαν την κουλτούρα της συλλογικότητας ώστε να μπορούν να επιβιώσουν. «Είδαμε στην πράξη ότι αυτό δουλεύει. Και πρέπει να δουν σε όλη την Ελλάδα ότι αν δεν υπάρχουν συλλογικές δομές δεν θα υπάρξει ποτέ παραγωγική ανασυγκρότηση» υπογραμμίζει ο ίδιος.
Μικρός κλήρος και κόστος
«Κάναμε το μειονέκτημα πλεονέκτημα»
Το χαρακτηριστικό μειονέκτημα της ελληνικής γεωργίας, δηλαδή ο μικρός πολυτεμαχισμένος κλήρος (στον Βελβεντό ο μέσος αγρότης έχει 35 στρέμματα σε 15 αγροτεμάχια) που αυξάνει το κόστος παραγωγής και κάνει την εκμετάλλευση μη βιώσιμη, ένας υγιής συνεταιρισμός μπορεί να το μετατρέψει σε πλεονέκτημα.
«Δεν χρειάζονται πολύπλοκα συστήματα. Τα πράγματα είναι απλά. Σε μας το βασικότερο όργανο είναι η γενική συνέλευση και μετά η διοίκηση» τονίζει ο κ. Νίκος Κουτλιάμπας. Και όσο περισσότεροι συσπειρώνονται κάτω από την ομπρέλα του ΑΣΕΠΟΠ Βελβεντού τόσο μεγαλύτερα και τα οφέλη.
Γι’ αυτό τα τελευταία χρόνια βγήκε έξω από τα στενά σύνορα της Κοζάνης. Συνεργάζεται με έναν συνεταιρισμό στον Τύρναβο ο οποίος παράγει κυρίως αχλάδια, με αγρότες από τη Σκάλα Λακωνίας που καλλιεργούν υπερπρώιμα ροδάκινα και με μια ομάδα μηλοπαραγωγών από την Καστοριά με σύνολο παραγωγής 2.000 τόνους, οι οποίοι προστίθενται στους 12.000 τόνους ροδάκινων και νεκταρινιών που παράγονται στον Βελβεντό. «Εχουμε εγκαταστάσεις που μπορούν να δεχθούν διπλάσιες ποσότητες από όσες παράγουμε στην περιοχή μας. Δεν χρειάζεται να κάνει μια περιοχή κοστοβόρες επενδύσεις που δεν θα αποσβεστούν ποτέ» σημειώνει ο ίδιος.
Ο κ. Κουτλιάμπας οραματίζεται το μέλλον του συνεταιρισμού με άνοιγμα στη μεταποίηση και σε νέες αγορές, με προϊόντα ακόμη καλύτερης ποιότητας. Οπως όμως αναφέρει, «τρέμουμε το αύριο επειδή δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει ως χώρα».
Από την εφημερίδα Το Βήμα