Ο ΣΥΡΙΖΑ το Γενάρη έφτασε στην κυβέρνηση με την ελπίδα για την κατάργηση των μνημονίων και την αντιστροφή της λιτότητας. Τελικά η ηγεσία του στις 13 Ιουλίου υπέγραψε ένα βάρβαρο μνημόνιο, αποδεχόμενη ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική» (Τ.Ι.Ν.Α.) στα μνημόνια, στο νεοφιλελευθερισμό, στον καπιταλισμό της εποχής μας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ διασπάστηκε, κι ένα μεγάλο τμήμα του κόμματος είπε ΟΧΙ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πέθανε, παρόλο που κράτησε την ταμπέλα. Η ηγεσία του θα εφαρμόσει το Μνημόνιο 3 όπως και η προηγούμενες και προδιαγεγραμμένα θα έχει την τύχη των προηγούμενων.
Η διαφορά είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συνθηκολόγησε στο όνομα της Αριστεράς. Ο Τσίπρας εξαργύρωσε 11 χρόνια Ριζοσπαστικής Αριστεράς, 5 χρόνια αντιμνημονιακών αγώνων, 3 χρόνια ελπίδων για αριστερή-φιλολαϊκή κυβέρνηση, για να προβάλει ως ο αδιαμφισβήτητος πρωθυπουργός του Μνημονίου 3, έχοντας διαλύσει το κόμμα του. Πρόκειται πραγματικά για μεγάλο κατόρθωμα, σε βάρος της Αριστεράς.
‘Ηταν δεδομένο ότι η επίδραση της συνθηκολόγησης Τσίπρα με τα Μνημόνια στον κόσμο του ΟΧΙ θα λειτουργούσε μαζικά σαν ήττα-σοκ. Όπως είχε γίνει και το 1989, η συνθηκολόγηση του κορμού της Αριστεράς οδήγησε κυρίως σε συντηρητική μετατόπιση την κοινωνία, με στροφή στην απογοήτευση, στην παθητικότητα και στα δεξιά. Την ελπίδα διαδέχτηκε η απελπισία.
Ο κόσμος των αγώνων του 2010-2013, ο κόσμος του ΟΧΙ συνέδεσε πλειοψηφικά τις τύχες του με το ΣΥΡΙΖΑ υπό την ηγεσία Τσίπρα, στην οποία ανέθεσε την κυβερνητική λύση. Η ματαίωση της ελπίδας δεν οδήγησε στην αυτόματη αναγνώριση του «δίκιου» και στην επιβράβευση του ηθικού αναστήματος των βουλευτών του ΟΧΙ.
Ως Λαϊκή Ενότητα προσπαθήσαμε να αποτελέσουμε ανάχωμα σε αυτήν την αντιδραστική εξέλιξη,να «σώσουμε οτιδήποτε αν σώζεται» για την Αριστερά. Τα καταφέραμε; Η απάντηση δεν έχει δοθεί οριστικά, αλλά όσον αφορά την κάλπη, δεν καταφέραμε να δημιουργήσουμε έναν σοβαρό κοινοβουλευτικό πόλο αντίστασης. Ο Τσίπρας , το ντόπιο κατεστημένο και οι δανειστές (δείτε και την ομολογία των New York Times) πέτυχαν το στόχο τους: να σβήσουν από την κεντρική πολιτική σκηνή αυτούς που σήκωσαν το γάντι και τη σημαία του ΟΧΙ.
To αίσθημα της ήττας (Τ.Ι.Ν.Α.) ηγεμόνευσε και συνοδεύτηκε από μια ευρύτερη απαξίωση για την πολιτική. Αυτός ο συνδυασμός δημιούργησε μια μεγάλη πίεση προς τα δεξιά κι ένα τεράστιο ρεύμα εξώθησης της Αριστεράς στο περιθώριο: εγκλώβισε τον κόσμο των αγώνων στο δίλημμα της διαχείρισης της ήττας, αδρανοποίησε κι εγκλώβισε αριστερό κόσμο στο ΣΥΡΙΖΑ, αδρανοποίησε κι αποθάρρυνε κόσμο που αποχώρησε από το ΣΥΡΙΖΑ να δώσει με αυτοπεποίθηση τη μάχη μιας νέας Αριστεράς, οδήγησε πολιτικοποιημένο και κινηματικό κόσμο στην αποχή, οδήγησε τη νεολαία στο «τρολάρισμα» (Λεβέντης), έστειλε ακόμα ένα μικρό κομμάτι στους Ναζί.
Η συνολική κοινωνική ΤΑΣΗ ήταν αυτή. Η αποχή εντάσσεται σε αυτήν την τάση υποχώρησης και απόσυρσης. Η αυτοκριτική του ενός ή του άλλου τμήματος της Αριστεράς πρέπει να γίνει, χωρίς να χάνουμε όμως τη «μεγάλη εικόνα». Η Τ.Ι.Ν.Α. μας νίκησε για την ώρα, συντρόφισσες και σύντροφοι.
Για του λόγου το αληθές: Το νεο-μνημονιακό μπλοκ (ΣΥΡΙΖΑ-ΑνΕΛ) έχασε μέσα σε 7 μήνες περίπου 400 χιλιάδες ψήφους. Το «παλιό» μνημονιακό μπλοκ (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΚΙΔΗΣΟ-Ποτάμι) έχασε 450 χιλιάδες ψήφους.
Έχασε όμως και η αντιμνημονιακή αντιπολίτευση: το ΚΚΕ έχασε 10 χιλιάδες ψήφους, διατηρώντας απλώς τα ποσοστά του, σε περίοδο τρομακτικής δεξιάς στροφής του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή σε περίοδο που θεωρητικά θα έπρεπε να κάνει «πάρτυ».
Η ναζιστική ΧΑ που επένδυσε στο «αντιμνημόνιο» ενάντια στην «προδοσία της Αριστεράς» έχασε 10 χιλιάδες ψήφους. Βεβαίως η φασιστική απειλή διατήρησε την τρίτη θέση με άνοδο 0,7%, με τον κόσμο της να παρουσιάζει περισσότερη αυτοπεποίθηση. Παράλληλα με μια σειρά δηλώσεων ο Φίρερ Μιχαλολιάκος έκανε άνοιγμα στους «μεγάλους αφέντες» (όχι ρήξη με το ευρώ, ναι στις φορο-απαλλαγές πλουσίων Ελλήνων κλπ) περιμένοντας να έρθει η σειρά της.
Ο Λεβέντης αύξησε τις ψήφους του, κατά 75 χιλιάδες, προσθέτοντας ένα «γραφικό» μνημονιακό κόμμα στη Βουλή στα προϋπάρχοντα.
Η Λαϊκή Ενότητα κέρδισε από τη θάλασσα της λαϊκής δυσαρέσκειας μόνο 150 χιλιάδες ψήφους, μένοντας εκτός Βουλής.
Σαν αποτέλεσμα, το κεντρικό πολιτικό σκηνικό μετατοπίστηκε δεξιά. Στις 25 Γενάρη οι μνημονιακές δυνάμεις είχαν άθροισμα 38,8%. Σήμερα έχουν 82,5% και μαζί με τους Ναζί 89,5%. Στις 25 Γενάρη τα μνημονιακά κόμματα είχαν 106 βουλευτές, σήμερα 267. Η κοινοβουλευτική Αριστερά-φωνή υπέρ των δικαιωμάτων των εργαζομένων περιορίζεται πλέον στο ΚΚΕ. Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι ένας γύρος ταξικής και πολιτικής πάλης, που άνοιξε το 2010-12 και συνδέθηκε πολιτικά με την υπόθεση «κυβέρνηση της Αριστεράς» κλείνει με ήττα. Χάσαμε τη μάχη.
Αυτό δε σημαίνει ότι χάσαμε τον πόλεμο- η απάντηση γι αυτό μένει να δοθεί οριστικά το επόμενο διάστημα. Η κυβέρνηση Παπαδήμου είχε ίδιο αριθμό βουλευτών να στηρίζουν τα μνημόνια, αλλά αποδείχθηκε ασταθής. Η σημερινή κυβέρνηση θα είναι ακόμα πιο ασταθής, πρώτον γιατί περιλαμβάνει στον κορμό της βουλευτές που προέρχονται από την Αριστερά και δεύτερον –και βασικότερο- γιατί θα είναι πιο εκτεθειμένη στις απαιτήσεις του κόσμου. Ο λαϊκός κόσμος που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ θα απαιτήσει κάποια «ισοδύναμα» αντιλιτότητας, κάποια ήπια διαχείριση του Μνημονίου 3, κάποια προστασία μέσα στην κρίση. Όπως έχουμε εξηγήσει ξανά και ξανά, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο.Φροντίζει γι αυτό το Μνημόνιο 3 που παραδίδει τη χώρα (και κυρίως τους φτωχούς της) στην Τερα-τόικα.
Σε επίπεδο κοινωνίας, στις 17/9 σε έρευνα το 65% συνέχιζε να δηλώνει αντιμνημονιακό. Είναι ο κόσμος μας, ο κόσμος του ΟΧΙ, η κοινωνική βάση πάνω στην οποία βασίζονται οι ελπίδες για θετικές εξελίξεις, από τη σκοπιά των δυνάμεων της αντίστασης.
Η Λαϊκή Ενότητα μαζί με τις άλλες αριστερές δυνάμεις πρέπει να βρούνε τους τρόπους να αποκτήσουν κοινό βηματισμό και να διεκδικήσουν αυτήν την κοινωνική βάση.
H Λαϊκή Ενότητα πρέπει να ξεκινήσει και να διευρύνει τη συγκρότησή της, να επεξεργαστεί περισσότερο τις θέσεις της, προγραμματικά να εστιάσει περισσότερο στην -πάση θυσία- ανατροπή της λιτότητας και όχι στο νόμισμα, να προσανατολιστεί στο κίνημα, να αποτελέσει ένα εγχείρημα που δεν θα επαναλάβει τα άσχημα του ΣΥΡΙΖΑ:
ένα μέτωπο πραγματικά δημοκρατικό, πλουραλιστικό, ενωτικό, ριζοσπαστικό, που θα επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στις υποτελείς τάξεις που πλήττονται από τα μνημόνια. Μια δύναμη που θα εκπέμπει σαφές αριστερό ριζοσπαστικό στίγμα και «μονομέρεια» υπέρ των πολλών, αντί για «πολυσυλλεκτικότητα» χωρίς αρχές και τυχοδιωκτική ψηφοθηρία. Μια πολιτική δύναμη που δεν θα τάζει τα πάντα «στη χώρα» γενικώς, αλλά που θα δείχνει αποφασισμένη να συγκρουστεί «μέχρι τέλους» για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων.
Το ερώτημα για τον κόσμο του ΟΧΙ δεν είναι το αν θα εγκαταλείψει τα κόμματα που ψήφισε (κυρίως το ΣΥΡΙΖΑ), αλλά το αν θα οδηγηθεί στο άμεσο μέλλον σε περαιτέρω παραίτηση, σε αντιδραστικότερες λύσεις, ή στη δράση και στην Αριστερά των αγώνων.
Η απάντηση στο αν χάσαμε οριστικά θα εξαρτηθεί από το πόσο μεγάλη ένταση θα έχουν οι αγώνες ενάντια στο Μνημόνιο 3 (που σίγουρα θα προκύψουν), και από το πόσο θα συμβάλλουμε από κοινού, για να είναι νικηφόροι. Καθήκον μας να υψώσουμε ασπίδα στην καταιγίδα που έρχεται, να σπάσουμε τη μνημονιακή συναίνεση, να παλέψουμε ενάντια στις συνέπειες των μνημονιακών νόμων, να ανασυγκροτήσουμε την Αριστερά σε μαζικό πόλο-εκφραστή και οργανωτή της αντίστασης.
Ο αγώνας συνεχίζεται.