Η υδροδότηση της Κοζάνης επηρεάστηκε καθοριστικά από τις δραστηριότητες της ΔΕΗ και συγκεκριμένα τη διάνοιξη των λιγνιτωρυχείων που έπληξε ανεπανόρθωτα την υπόγεια υδροφορία. Η εξόρυξη προκάλεσε σοβαρά προβλήματα τόσο στους αγρότες, όσο και στους οικισμούς που υδρεύονταν από τη Σαριγκιόλ. Τα φαινόμενα αυτά εντάθηκαν την περίοδο 2003-2004 και επιβεβαιώθηκαν μέσω ερευνών που χρηματοδότησε μερικώς και η ίδια η ΔΕΗ, όπως αυτή του Καθηγητή Πολυτεχνείου κ. Κουμαντάκη και του ΙΓΜΕ.
Η καταστροφή των παλιών πηγών υδροδότησης της Κοζάνης ανάγκασε το Δήμο και τη ΔΕΥΑΚ να αναζητήσουν νέες πηγές στο βαθύ καρστικό υδροφόρο του νοτιοδυτικού Βερμίου, δηλ. σε μεγαλύτερες αποστάσεις και βάθη με αυξημένο κόστος άντλησης και μεταφοράς νερού, αλλά και με νέα κόστη κατασκευής των έργων που απαιτήθηκαν για το σκοπό αυτό (περίοδος 2005 – 2008). Υπενθυμίζεται ότι η περιοχή των νέων γεωτρήσεων είναι πιο μακριά από την προηγούμενη και έχει αρνητική υψομετρική διαφορά (βρίσκεται χαμηλότερα 400 μέτρα περίπου ή μανομετρικό ύψος 500), γεγονός που αποδεικνύει, χωρίς καμιά αμφισβήτηση, το αυξημένο κόστος άντλησης και μεταφοράς του νερού.
Η ΔΕΗ αν και υπέβαλε αρκετές Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) για το ορυχεία της, δεν κατέστησε ποτέ σαφές (σκόπιμα) ότι οι εξορύξεις θα προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στην υδροδότηση της Κοζάνης.
Δυστυχώς οι προφανείς αυτές υποχρεώσεις της ΔΕΗ (να καλύψει το κόστος εγκατάστασης του νέου συστήματος και να αναλάβει μόνιμα ένα μέρος του λειτουργικού κόστους) δεν ενσωματώθηκαν στους Περιβαλλοντικούς Όρους λειτουργίας των Ορυχείων, οι οποίοι όροι θα δέσμευαν και νομικά τη ΔΕΗ, καθόσον αποτελούν πράξη της Διοίκησης του κράτους. Αυτό θα μπορούσε να γίνει εδώ και 10-15 χρόνια, κατά τη φάση που η ΔΕΗ υπέβαλε τις ΜΠΕ των ορυχείων της και ζητούσε έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Η παράλειψη αυτή βαρύνει (εκτός από τη ΔΕΗ και το τότε ΥΠΕΧΩΔΕ) την Τοπική και Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, που θεσμικά είχαν και έχουν το δικαίωμα να γνωμοδοτούν στις ΜΠΕ της ΔΕΗ και να προτείνουν στο αρμόδιο Υπουργείο να υιοθετήσει πρόσθετους περιβαλλοντικούς όρους.
Εάν η υποχρέωση αυτή της ΔΕΗ για συμμετοχή στο κόστος υδροδότησης της Κοζάνης συμπεριλαμβάνονταν τότε στους εγκεκριμένους Περιβαλλοντικούς Όρους των Ορυχείων θα ήταν άμεσα εκτελεστή από τη ΔΕΗ, ως υποχρέωσή της νομικά κατοχυρωμένη, και δεν θα τρέχαμε σήμερα στα δικαστήρια.
Η Οικολογική Κίνηση Κοζάνης από τη δεκαετία του 1990 έβαζε το θέμα δημοσίως με κάθε ευκαιρία. Προ διετίας το υπέβαλε και επισήμως στο Ευρωκοινοβούλιο με την υπ’ αριθμ. 0760/2010 Αναφορά, την οποία συνυπέγραψαν έντεκα Οικολογικές Οργανώσεις και προώθησε ο Ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πρασίνων κ. Μ. Τρεμόπουλος. Η Αναφορά είχε τίτλο «Λιγνιτικά Κέντρα της ΔΕΗ στην Ελλάδα: Σημαντικότερα περιβαλλοντικά προβλήματα και αντίστοιχες παραβάσεις της νομοθεσίας».
Επίσης οι Οικολόγοι Πράσινοι με υπόμνημα που καταθέσαμε στις 12-7-2010 στο Νομαρχιακό Συμβούλιο για τη ΜΠΕ των ορυχείων του ΛΚΔΜ, τονίζαμε μεταξύ των άλλων πως: «1) η άποψη της ΔΕΗ ότι υπάρχει θετικό υδρολογικό αποτέλεσμα από τις εξορύξεις προσβάλει τη νοημοσύνη του κόσμου που έχασε τις πηγές ύδρευσης και των γεωργών που αντλούν νερό από πολύ μεγαλύτερα βάθη. 2) Είναι απαράδεκτες οι μεθοδεύσεις της ΔΕΗ να εμφανίσει θετικό ισοζύγιο ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΑ, βάζοντας σκόπιμα στο «λογαριασμό» και τις τεράστιες ποσότητες νερού που αντλούσε από τον Αλιάκμονα, ο οποίος όμως ανήκει σε άλλη υδρολογική λεκάνη. 3) Η αφαίρεση 10.000.000 κ.μ υπόγειων νερών ετησίως χωρίς ανανέωση προκειμένου να επιτευχθεί η αποστράγγιση των ορυχείων δεν είναι μικρή επέμβαση, ούτε «ισοφαρίζεται» με διάφορες αλχημείες».
Εν κατακλείδι καλώς κάνει τη μήνυση στη ΔΕΗ η ΔΕΥΑΚ (και θα τη στηρίξουμε ως μάρτυρες στο δικαστήριο), αλλά κακώς ο Δήμος και η Νομαρχία δεν ενεργοποίησαν εδώ και πολλά χρόνια την περιβαλλοντική νομοθεσία και άφησαν στο απυρόβλητο τη ΔΕΗ για ευνόητους λόγους. Βέβαια τώρα δεν υπάρχει φράγκο, αφού στη ΔΕΗ «το ταμείον είναι πολύ μείον», ενώ όταν οι «γραφικές μειοψηφίες» των Οικολόγων έδειχναν το δρόμο, η ΔΕΗ είχε γεμάτο τον κορβανά. (Κάθε πράμα στον καιρό του …)
Με την ευκαιρία να υπενθυμίσουμε την έννοια του περιβαλλοντικού ή εξωτερικού κόστους (external cost) του λιγνίτη, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και το κόστος καταστροφής των υπόγειων υδροφορέων λόγω εξόρυξης είναι έννοια διεθνώς παραδεκτή. Στη βιβλιογραφία υπάρχουν πολλές αναφορές για το ύψος του εξωτερικού κόστους, τις μεθόδους υπολογισμού και τα επιμέρους στοιχεία του.
ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΚΟΖΑΝΗΣ