Το Κάμα Σούτρα (Kama Sutra ή Kamasutra) είναι ένα αρχαίο ινδικό κείμενο της σανσκριτικής λογοτεχνίας και χρονολογείται τον 2ο αιώνα μ.Χ. Αποτελεί μέρος μιας ομάδας κειμένων που ονομάζεται «Κάμα Σάστρα» (Kama Shastra) και είναι γνωστό παγκοσμίως και σαν «Το εγχειρίδιο του έρωτα».
Το Κάμα Σούτρα είναι αφιερωμένο στις αρχές της απόλαυσης. Συντάχθηκε από έναν Ινδό σοφό, τον Μαλανάγκα Βατσιαγιάνα (Mallanaga Vatsyayana) που έζησε στη ιερή πόλη Μπενάρες. Χρησιμοποιεί ως πηγή την πλούσια συλλογή των ινδουιστικών ερωτικών κειμένων, τα οποία υπήρχαν ήδη εκείνη την εποχή.
Το περιεχόμενό του είναι χωρισμένο σε κεφάλαια από τον Άγγλο συγγραφέα Ρίτσαρντ Μπάρτον (Sir Richard Francis Burton), ο οποίος έκανε και την πρώτη μετάφραση το 1883:
1. Εισαγωγή.
2. Για τη ερωτική ένωση.
3. Σχετικά με την ανεύρεση συζύγου.
4. Σχετικά με τη σύζυγο.
5. Σχετικά με τις συζύγους άλλων ανδρών.
6. Σχετικά με τις πόρνες.
7. Για τους τρόπους με τους οποίους κάποιος ελκύει τους άλλους.
Στο πρώτο μέρος του έργου, ο Βατσιαγιάνα απαριθμεί τις εξήντα τέσσερις τέχνες που κάθε κορίτσι καλής οικογενείας πρέπει να κατέχει -από το τραγούδι, το χορό και τη ζωγραφική ως το μασάζ, τη γνώση της αγιουβέρδικης ιατρικής και τα παιχνίδια με ζάρια- ο άριστος χειρισμός των οποίων εξασφαλίζει άνεση κι εκτιμάται στις εταίρες υψηλής τάξης. Κι αφού καταγράψει την καθημερινότητα ενός «εξέχοντος άνδρα» μαζί με σκέψεις γύρω από τις γυναίκες που πρέπει να συναναστρέφεται, περνά στο δεύτερο και διασημότερο μέρος του «Κάμα-Σούτρα», αυτό που αφιερώνεται στην ερωτική ένωση.
Στο δεύτερο μέρος διαβάζουμε πως «σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά και τις διαστάσεις του πέους του, ο άνδρας είναι λαγός, ταύρος ή άλογο. Ομοίως, η γυναίκα είναι αντιλόπη, φοράδα ή ελεφαντίνα, σύμφωνα με το βάθος του κόλπου της». Δεν είναι, όμως, μόνο οι ταιριαστές μεταξύ τους διαστάσεις που χαρίζουν ισορροπημένη απόλαυση. Η τελευταία εξαρτάται κι από τη θέρμη του πάθους, όπως και από τη διάρκεια της ένωσης. Οι τεχνικές της προσέγγισης, οι ερεθιστικές προετοιμασίες, τα διαφορετικά είδη φιλιού, η χρήση νυχιών και δοντιών, οι δαγκωνιές, τα χτυπήματα, οι ήχοι του έρωτα και οι αναστεναγμοί, όλα μπαίνουν στο μικροσκόπιο. Και σε κάθε επί μέρους κεφάλαιο, συναντάμε αποφθέγματα σαν το παρακάτω: «Η τέχνη των περιπτύξεων διαθέτει τόση δύναμη υποβολής, ώστε και μόνο να ασχολείται κανείς μ’ αυτήν, να ακούει να μιλούν ή να μιλά ο ίδιος γι’ αυτήν, παρακινεί στην ακολασία». Στο κεφάλαιο αυτό αποτυπώνονται ερωτικές στάσεις εύκολες και περίπλοκες, μικρές και μεγάλες διαστροφές, επιδέξιες πεολειξίες και σαδομαζοχιστικές τεχνικές, αλλά ο συντάκτης του εγχειριδίου υπενθυμίζει πως «στη φλόγα του έρωτα μόνον το πάθος εμπνέει τις πράξεις». Κι ακόμα, ότι οι παραπάνω ερωτικές πρακτικές ούτε σ’ όλον τον κόσμο ταιριάζουν, ούτε εφαρμόζονται σε κάθε στιγμή. Ο Βατσιαγιάνα επιμένει πως η ερωτική συμπεριφορά «πρέπει να υπαγορεύεται από έναν συμβιβασμό των θρησκευτικών νόμων, των τοπικών συνηθειών και των προσωπικών προτιμήσεων του καθενός». Σ’ αυτό το δεύτερο μέρος γίνεται επίσης εκτενής λόγος για τους ευνούχους
Το τρίτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στους ερωτικούς καβγάδες, όπου η ζήλια, η υστερία κι ο θυμός, μαζί με τα τεχνάσματα της συμφιλίωσης, λες και υπακούουν σ’ ένα τελετουργικό που παραπέμπει σε παιχνίδι ερωτευμένων πουλιών. Από δω και πέρα, όμως, η λαγνεία δίνει τη θέση της στην… αδιακρισία, καθώς εισβάλουμε διαδοχικά απ’ τα δωμάτια των συζύγων σ’ εκείνα των παράνομων ζευγαριών, για να καταλήξουμε στα χαρέμια και το περιβάλλον των εταίρων. Πώς επιλέγει κανείς το κορίτσι που θα παντρευτεί; Πώς κερδίζεται η εμπιστοσύνη της νεαρής συζύγου; «Εκείνος που αγνοεί μια νεαρή γυναίκα επειδή φαίνεται πολύ σεμνή, κερδίζει μόνο την περιφρόνησή της. Τον αντιμετωπίζει σαν ζώο ανίκανο να τη σαγηνεύσει». Όσο για τους «ηλίθιους που δεν γνωρίζουν τίποτε από γυναικεία ψυχολογία και παίρνουν τα κορίτσια διά της βίας», θα ‘ρθούν αντιμέτωποι με καταθλιπτικές συζύγους που θ’ αποστρέφονται τον άντρα τους…
Στο τέταρτο κι αρκούντως διδακτικό μέρος, το Κάμα Σούτρα κωδικοποιεί τη συμπεριφορά μιας πιστής γυναίκας, παρουσία και απουσία του συζύγου της, τόσο απέναντι στον ίδιο και την οικογένειά του όσο και στις γυναίκες που εκείνος έχει ήδη ή πρόκειται να παντρευτεί.
Το πέμπτο κεφάλαιο, είναι επικεντρωμένο στους μοιχούς εραστές, δίνεται αναλυτικός κατάλογος των ανδρών που γνωρίζουν κατά κανόνα τη μεγαλύτερη επιτυχία. Ανάμεσά τους, οι καλοί ομιλητές, οι γοητευτικά αρρενωποί, όσοι εμπνέουν εμπιστοσύνη και πρώτοι απ’ όλους βέβαια, όσοι γνωρίζουν το Κάμα Σούτρα. Στον δε κατάλογο με τις γυναίκες που εύκολα κατακτώνται, θα συναντήσουμε από εκείνες που «περνούν τον καιρό τους πάνω στις ταράτσες κοιτάζοντας τον δρόμο» μέχρι τις νωθρές, τις καμπούρες, τις ζηλόφθονες και τις διεφθαρμένες…
Ποιους εραστές πρέπει ν’ αποφεύγουν οι εταίρες; Η απάντηση δίνεται στο έκτο μέρος του εγχειριδίου, αυτό που περιγράφει έναν κόσμο όλο πονηριά, μηχανορραφίες και υποκρισία, κι όπου πρωταγωνιστούν οι μόνες πραγματικά ελεύθερες γυναίκες. Οι εταίρες, λοιπόν, οφείλουν να μένουν μακριά από τους φυματικούς, απ’ όσους έχουν εντερικά προβλήματα ή δύσοσμη αναπνοή, από εκείνους που εγκαταλείπουν τους γονείς αλλά και από μία κατηγορία ακόμη, τους πουριτανούς!
Το Κάμα Σούτρα αντιστάθηκε στο πέρασμα του χρόνου. Κάθε ιδιωτική βιβλιοθήκη που σέβεται τον εαυτό της διαθέτει αντίτυπό του, και το βιβλίο συνεχίζει να πωλείται στα καλύτερα βιβλιοπωλεία στο Δελχί, τη Βομβάη ή την Καλκούτα. Ακόμα κι οι αναλφάβητοι γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται, κι ας αποφεύγουν από σεμνότητα να το σχολιάζουν.
Ο πουριτανισμός, η θρησκευτικότητα και ο λανθάνων μυστικισμός που επικρατούν στη σύγχρονη Ινδία απουσιάζουν από την κοινωνία που περιγράφεται στο εγχειρίδιο. Την εποχή όμως που ο βραχμάνος συντάκτης του, ο Βατσιαγιάνα, συμπύκνωνε σ’ αυτό κείμενα συγγραφέων που έζησαν χίλια ή δύο χιλιάδες νωρίτερα, η ερωτική τέχνη αποτελούσε μέρος της εκπαίδευσης παιδιών και εφήβων κι ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τη θρησκευτική παράδοση.
Πιστή στις διδασκαλίες των αρχαίων δασκάλων, η πραγματεία του Βατσιαγιάνα αναγνωρίζει το «κάμα», την ικανοποίηση δηλαδή των αισθήσεων με τον έλεγχο της νόησης, ως την τρίτη μετά το δίκαιο και την ιδιοκτησία από τις εγκόσμιες αρετές, που όσο τις σέβεται κανείς τόσο περισσότερο πλησιάζει την ευτυχία. Το Κάμα Σούτρα, βέβαια, απευθύνεται στις τρεις ανώτερες κάστες -τους βραχμάνους, τους γαλαζοαίματους και τους εμπόρους- κι όχι απλώς δεν αμφισβητεί τα προνόμιά τους, αλλά υποστηρίζει συστηματικά την αύξηση του πλούτου τους.
«Δεν πρέπει ν’ αναζητήσει κανείς “πνευματικότητα” στο “Κάμα-Σούτρα”», τονίζει ο Γάλλος μελετητής Ζακ Παπέν. Όποιος όμως σκύψει πάνω απ’ αυτό το αρχαίο κείμενο, με το στομφώδες αλλά και περιπαιχτικό κατά τόπους ύφος, θ’ ανακαλύψει την εικόνα μιας κοινωνίας εύπορων, καλλιεργημένων και θρησκευόμενων ανθρώπων, με τις χαρές, τις έγνοιες και τις ανησυχίες τους, ανθρώπων που λαχταρούν ν’ απολαύσουν τα πάντα στο έπακρο χωρίς να παραβούν ούτε τους νόμους ούτε την τρυφερότητα και την ευαισθησία τους.
pare-dose